Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2017

ΠΕΡΙ ΑΠΕΡΓΙΑΣ - Η ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΑΠΟΔΙΟΡΓΑΝΩΝΕΙ ΚΑΙ ΝΕΚΡΩΝΕΙ ΤΕΛΕΙΩΣ ΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΧΩΡΑ

ΑΠΕΡΓΙΑ: ΓΕΝΙΚΑ

            Η απεργία είναι το μέσο του συνδικαλιστικού αγώνα των εργαζομένων. Πρόκειται για πρόσκαιρη εγκατάλειψη της εργασίας κατά ομαδικό τρόπο εκ μέρους των εργαζομένων, με σκοπό την προστασία των επαγγελματικών τους συμφερόντων και την επίτευξη ενός στόχου ή την εκδήλωση της θέλησής των. Η απεργία διακρίνεται σε γενική, κλαδική, διαρκείας, εικοσιτετράωρη, προειδοποιητική, αλληλεγγύης, πολιτική που έχει πολιτικά κίνητρα, κυλιόμενη που πλήττει με τη σειρά τα διάφορα τμήματα μιάς επιχείρησης ή υπηρεσίας, πείνας κλπ.

Aπεργία. Μέσο συνδικαλιστικού διεκδικητικού αγώνα. Πρόκειται για πρόσκαιρη εγκατάλειψη της εργασίας κατά ομαδικό τρόπο από μέρους των εργαζομένων, με σκοπό την προστασία των επαγγελματικών τους συμφερόντων.
Στην Ελλάδα, μέχρι την ψήφιση του Συντάγματος του 1975, η   απεργία δεν αναγνωριζόταν ρητά. Η αναγνώρισή της προέκυπτε έμμεσα από το γεγονός ότι απαγορευόταν στους υπαλλήλους του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Το δικτατορικό σύνταγμα του 1968 περιελάμβανε και διάταξη που απαγόρευε την απεργία, όταν ήταν «πολιτική και ξένη» (όπως αναφερόταν χαρακτηριστικά) «στα υλικά ή ηθικά συμφέροντα των εργαζομένων».
Το Σύνταγμα του 1975 (μαζί με τις αναθεωρήσεις του 1986 και του 2001) κατοχυρώνει το δικαίωμα της απεργίας στο μέρος που αναφέρεται στα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα, και ειδικότερα στο δικαίωμα της συνδικαλιστικής ελευθερίας. Η παράγραφος 2 του άρθρου 23 ορίζει ότι η απεργία «αποτελεί δικαίωμα, ασκείται δε υπό των νομίμως συνεστημένων συνδικαλιστικών οργανώσεων προς διαφύλαξιν και προαγωγήν των οικονομικών και εργασιακών εν γένει συμφερόντων των εργαζομένων». Στη συνέχεια, η ίδια διάταξη αναφέρεται στην απαγόρευση της απεργίας για τους δικαστικούς λειτουργούς και τα όργανα των σωμάτων ασφαλείας, καθώς επίσης στους περιορισμούς που μπορούν με νόμο να επιβληθούν για τους άλλους δημοσίους υπαλλήλους, τους υπαλλήλους της τοπικής αυτοδιοίκησης, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και του προσωπικού των επιχειρήσεων δημοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου. Ορίζει, όμως, ότι οι περιορισμοί δεν μπορούν να φτάσουν μέχρι την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας  ή την παρακώλυση της νόμιμης άσκησής του.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως η μοναδική επίσημα αναγνωρισμένη απεργία από τις περισσότερες χώρες του κόσμου είναι η 1η Μαΐου, οπότε εορτάζεται η Εργατική Πρωτομαγιά.
Οι απεργίες, γενικά και συνήθως απορρυθμίζουν και παραλύουν τελείως τη χώρα, προκαλούν μεγάλη αναστάτωση στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου.
Βέβαια, το δικαίωμα της απεργίας είναι ιερό, εξαιρετικά σημαντικό, άξιο σεβασμού και συνάδει στο δημοκρατικό μας πολίτευμα, αρκεί η χρήση αυτού του νομίμου δικαιώματος να μην ασκείται καταχρηστικά, πέρα από τα θεμιτά όρια, με τρόπο που να έρχεται σε αντίθεση με τους νομικούς και ηθικούς κανόνες και να μη προκαλεί βλάβη στην χώρα και τους πολίτες της.
Με την πιο πάνω αναφορά και ερμηνεία της Συνταγματικής διάταξης, θεωρώ ότι η προχθεσινή απεργία των Δημοσίων Υπαλλήλων ήταν καταχρηστική και αδικαιολόγητη γιατί:
Κανονικά οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν θα έπρεπε να απεργούν. Και όμως, είναι εκείνοι που απεργούν συχνότερα από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία εργαζομένων.
Στην Ελλάδα, οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι κατ’ εξοχήν ευνοημένοι σε σύγκριση προς τους ιδιωτικούς υπαλλήλους. Έχουν κατοχυρωμένη την μονιμότητα, την οποία δεν έχει κανένας άλλος εργαζόμενος. Ενώ, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι ζουν υπό το καθεστώς αβεβαιότητος. Ανά πάσαν στιγμήν μπορεί να απολυθούν και να βρεθούν άνεργοι. Οι μόνοι που δεν έχουν τέτοιες ανησυχίες είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Και όμως απεργούν.
Ακόμη, οι δημόσιοι υπάλληλοι χαίρουν προνομίων τα οποία ούτε καν διανοούνται άλλοι εργαζόμενοι. Είναι η μόνη κατηγορία εργαζομένων όπου η ικανότης και η απόδοσις δεν παίζουν ουσιαστικό ρόλο για το ύψος της αμοιβής. Αυτό ασφαλώς είναι κακό για τους ικανούς και παραγωγικούς υπαλλήλους, αλλά βολεύει τον κύριο όγκο των δημοσίων υπαλλήλων που είναι μάλλον αδιάφοροι για την εργασία τους.
Ένας πρόσθετος λόγος για τον οποίο θα έπρεπε να αποφεύγουν τις απεργίες οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι και ο σχετικός περιορισμός του Συντάγματος. Το άρθρο 23, που κατοχυρώνει το δικαίωμα της απεργίας, ειδικώς για τους δημοσίους υπαλλήλους ορίζει τα ακόλουθα:
«Το δικαίωμα προσφυγής σε απεργία των δημόσιων υπαλλήλων και των υπαλλήλων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και του προσωπικού των κάθε μορφής επιχειρήσεων δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, που η λειτουργία τους έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, υπόκειται στους συγκεκριμένους περιορισμούς του νόμου που το ρυθμίζει. Οι περιορισμοί αυτοί δεν μπορούν να φθάνουν έως την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας ή την παρεμπόδιση της νόμιμης άσκησής του».
Ο συνταγματικός νομοθέτης δεν έχει πρόθεση να καταργήσει το δικαίωμα της απεργίας για τους δημοσίους υπαλλήλους. Αλλά προδήλως θέλει να περιορίσει την καταχρηστική άσκησή του. Και το μεγάλο ερώτημα είναι για τις απεργίες που πραγματοποιεί η ΑΔΕΔΥ, με αποτέλεσμα να παραλύει ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός. Είναι, απορίας άξιον, κατά πόσον αυτές οι απεργίες είναι εντός των ορίων του Συντάγματος ή ήταν καταχρηστικές και παράνομες.

Όταν απεργούν καταχρηστικά και άκαιρα οι δημόσιοι υπάλληλοι, κανονικά θα έπρεπε να εξανίσταται ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο. Αλλά εδώ φθάσαμε στο άλλο άκρο: Η κοινωνία σχεδόν επιχαίρει για την ζημιά που προκαλεί στον εαυτό της. Εκεί καταντήσαμε, γιατί τα χαρακτηριστικά του νεοέλληνα είναι η απουσία ενδιαφέροντος για τα μείζονα θέματα, η μη αντίδραση σε δυσάρεστες καταστάσεις γιατί τις συνήθισε ο ευνουχισμός του λαού που τον καθιστούν ανίκανο να αντιδράσει και η νάρκωσή του με τα σκουπίδια που του πασάρουν, οι πολιτικοί και πνευματικοί του ταγοί και τα ΜΜΕ.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: