Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ - ΜΙΑ ΜΙΝΙ ΣΚΙΑΓΡΑΦΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ


            Μετά την από έγγραφη επιστολή μου προς τους τέσσερις αρχηγούς των κομμάτων, άρχισα να παρατηρώ με προσοχή όλες τις κινήσεις , τις δημόσιες ομιλίες, τους προτρεπτικούς λόγους και το σύνολο των χαρακτηριστικών ενεργειών του Μακαριότατου Αρχιεπίσκοπου Χριστόδουλου και να αναλύω τα φαινόμενα της προσωπικότητας του, όλο δηλαδή το σύνολο των ιδιαίτερων ψυχικών και πνευματικών χαρακτηριστικών και τον τρόπο δράσεως και ενεργειών, σκιαγραφώντας συγχρόνως σε γενικές γραμμές τη μερική εικόνα του ανθρώπου.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι ο Αρχιεπίσκοπος αποτελεί μια δυνατή πληθωρική και σημαντική προσωπικότητα, που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, που έχει μεγάλη σημασία, που αξίζει την προσοχή και το ενδιαφέρον μας. Πρόκειται για ένα άτομο όχι τυχαίο, αλλά ένα πρόσωπο με έντονη προσωπικότητα και ιδιοσυγκρασία που την εξωτερικεύει με εξ ίσον έντονο τρόπο, στην ποιμαντορική του παρουσία και συμπεριφορά, αλλά και σε κοινωνικές και πολιτικές αναφορές και σχέσεις, γι’ αυτό σήμερα βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, στο κέντρο ακριβώς της μεγάλης αναταραχής λόγω των ηθικών και οικονομικών σκανδάλων, αλλά και όλων των εκφυλιστικών φαινομένων, που υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό εδώ και χρόνια στην Ελλαδική Εκκλησία, της οποίας προκαθήμενος είναι ο Χριστόδουλος, και βγήκαν στο φως της δημοσιότητας από μια δράκα θαρραλέων αγωνιστών δημοσιογράφων. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, μεγάλος εραστής και της κοσμικής εξουσίας εξεδήλωσε τις διαθέσεις και τις φιλοδοξίες του, από τον καιρό που ήταν Μητροπολίτης Δημητριάδος. Όταν στη συνέχεια αναρριχήθηκε στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο, με όχι απόλυτα καθαρό τρόπο, σύμφωνα δηλαδή και με τους ηθικούς κανόνες, άρχισε να συμπεριφέρεται και ως πολιτικός ηγέτης, εκφράζοντας απόψεις επί παντού επιστητού.
Ευρισκόμενος σε μια συναισθηματική κατάσταση έντονου ενθουσιασμού από τις επιτυχίες του και τα υψηλά ποσοστά δημοτικότητας, αγαπητός, συμπαθής και αρεστός στους πιστούς και στο κοινό, αποκαλύπτει τις προθέσεις του και τα συναισθήματα του, πως πέραν του αξιώματος ενός πεφωτισμένου και άξιου ηγήτορα της Ελλαδικής Εκκλησίας στοχεύει και σε άλλους υψηλούς στόχους σε αντιδιαστολή προς τους θρησκευτικούς ή ποιμαντορικούς. Στοχεύει και στην κοσμική εξουσία. Σχετικά νέος, είναι τύπος εξωστρεφής, δεν έμαθε τη δύσκολη τέχνη της απόλυτης αυτοκυριαρχίας, την τέχνη δηλαδή να κρύβει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του κάτω από τη μάσκα της ψυχρής αδιαφορίας, όπως ο εκ Καστορίας καταγόμενος φίλος του, ο αποκαλούμενος “Εωσφόρος”, ο άριστος μαθητής του Μακιαβέλι, του Φουσέ και του τάγματος των Ιησουϊτών μοναχών. Παροιμιώδης η απάντηση σε δημοσιογράφο για τη Χούντα των Συνταγματαρχών και τα βασανιστήρια στα οποία υπεβάλλοντο οι Έλληνες. «Δεν εγνώριζα τίποτα γιατί μελετούσα!».
Ο Μακαριστός Χριστόδουλος προικισμένος με σπάνια πνευματικά και φυσικά χαρίσματα αποτελεί μια γοητευτική μορφή από πορσελάνη.
Διακρίνεται από μια εξαιρετική φυσική γοητεία και ένα εξαίσιο θέλγητρο των τρόπων της ομιλίας του. Το χαμόγελο του γεμάτο χάρη, η έκφραση του προσώπου του δείχνει καλοσύνη και λεπτότητα. Το βάδισμά του ευγένεια και κομψότητα. Με την πρώτη ματιά διαπιστώνεις με χαρά πως έχεις μπροστά σου ένα πρόσωπο, έναν από τους ανθρώπους, που η φύση τους είχε προικίσει σπάταλα με τα πιο γοητευτικά δώρα της. Αν η φυσική του γοητεία είναι μεγάλη, τα πνευματικά του χαρίσματα δεν είναι μικρότερα. Μαζί με την ανώτερη διανόηση που τον χαρακτηρίζει, έχει αποκτήσει και μια θαυμαστή και μοναδική πνευματική καλλιέργεια. Το μυαλό του ισορροπημένο, όχι όμως φωτεινό, προοδευτικό, νεωτεριστικό, καινοτόμο. Άτομο προσδεδεμένο με την παράδοση, αντίθετος προς κάθε πολιτική, οικονομική και κοινωνική μεταρρύθμιση, εξέλιξη, πρόοδο και χωρίς προθέσεις να συγκρουσθεί με το αμαρτωλό κατεστημένο, είτε αυτό είναι εκκλησιαστικό, πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό, Ακαδημαϊκό, Δικαστικό, Στρατιωτικό, Αστυνομικό κλπ. Είναι ένας ρήτορας με μια εξαιρετική ικανότητα να ομιλεί με ευφράδεια οπουδήποτε και όχι μόνον στο εκκλησίασμα και να συγκινεί και να γοητεύει. Εντυπωσιακό το θέλγητρο και η ευγλωττία της ομιλίας του καθώς και η γεμάτη χάρη αφηγηματικότητα του, που όταν ομιλεί το διαπεραστικό του βλέμμα και ο λόγος του εισχωρούν αμέσως στα κατάβαθα του ανθρώπου. Είναι ο Ιεράρχης που γνωρίζει άριστα τη τέχνη να εξεγείρει και να ξεσηκώνει τα πλήθη. Είναι μια πλούσια φύση, όχι όμως ο θρησκευτικός ηγέτης ο ταγμένος να αναμορφώσει αποφασιστικά την Εκκλησία, την Πολιτική και την Κοινωνία, αν και είχε την ευκαιρία. Ακολούθησε τη θεολογική υπερτροφία, παρέμεινε δέσμιος του κρατούντος συστήματος, το σύμβολο μιας εποχής και μιας κοινωνίας ξεπερασμένης, μολυσμένης από τη διαφθορά, τον αμοραλισμό, τη διάβρωση όλων των πατροπαράδοτων θεσμών, αρχών και αξιών. Με το εκτυφλωτικό της σκέψεως του, το υψηλό μορφωτικό του επίπεδο και τη μεγάλη δημοτικότητα, μπορούσε – εάν το ήθελε – να επιλέξει το δρόμο του ΗΡΑΚΛΗ και να γκρεμίσει όλα τα τείχη που αποτελούν τους ανασταλτικούς μηχανισμούς, για μια καλύτερη Εκκλησία, κοινωνία και Ελλάδα.
Όσο επιταχύνεται και διευρύνεται η δημοτικότητα του, τόσο μεγαλώνουν και διευρύνονται και οι φιλοδοξίες του. Όταν η δημοτικότητά του μεσουρανεί και θεωρεί τον εαυτό του κυρίαρχο του παιχνιδιού πρώτα έρχεται σε ρήξη με τον Οικουμενικό Πατριάρχη για να έχει το προβάδισμα στις εκλογές των μητροπολιτών του κλίματος του Πατριαρχείου και στη συνέχεια επιχειρεί την πλήρη χειραφέτηση του από την εξάρτηση των δύο άλλων ομογάλακτων  της αδελφότητος της Χρυσοπηγής. Αυτή του η ανταρσία, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή ηθική κρίση και τη διαφθορά που ξέσπασε στους κόλπους της Ελλαδικής Εκκλησίας αλλά και του Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων, υπήρξε το έναυσμα που προκάλεσε την άμεση και βίαιη όξυνση της κατάστασης, άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου και δημιούργησε αυτή τη ζοφερή κατάσταση που εμπνέει συναισθήματα ανασφάλειας, θλίψης, πικρίας, οργής, απογοήτευσης και σιχασιάς, μιας κατάστασης με απρόβλεπτες και ανεξέλεγκτες εξελίξεις, αφού η αυτοκάθαρση αποτελεί στην ουσία ένα λογοπαίγνιο, ένα βερμπαλιστικό πυροτέχνημα, ένα προπέτασμα καπνού προς αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης. Εξάλλου, και η στάση του Χριστόδουλου δεν αλλάζει, αλλά καθίσταται πιο προκλητική πιο επιθετική.
Επιπλέον ο Χριστόδουλος, ίσως να αποτελεί τη μοναδική περίπτωση – εξαίρεση Ιεράρχη-Αρχιεπίσκοπου, που δεν περιορίζεται στα καθαρά εκκλησιαστικά, θρησκευτικά και ποιμαντορικά του καθήκοντα, που έχουν σχέση με τη θρησκεία, την ορθοδοξία και την κοινωνία των πιστών Χριστιανών.
Σαν θρησκευτικός ηγέτης οφείλει να ασκεί με σύνεση και ηπιότητα την πνευματική καθοδήγηση των πιστών και ενίοτε να αναφέρεται και σε καυτά κοινωνικά θέματα που προκαλούν το έντονο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, ποτέ όμως σε θέματα κυβερνητικής πολιτικής, θέματα εξωτερικής πολιτικής, θέματα της αρμοδιότητας των Συντεταγμένων πολιτειακών οργάνων, ούτε να μετατρέπει τον άμβωνα των χριστιανικών εκκλησιών σε πολιτικά κηρύγματα ή κηρύγματα μισαλλοδοξίας για κάθε αντίθετη άποψη, θεωρία και ιδίως ιδεολογία, ή να επιτίθεται με αυστηρά, αμετροεπή και επιτιμητικά λόγια κατά πολιτικών συγκεκριμένης πολιτικής παράταξης, και μερίδας δημοσιογράφων, όσων δηλαδή διαφωνούν με την υπέρβαση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων του. Ο Χριστόδουλος, πνευματικό τέκνο της παραθρησκευτικής οργάνωσης «Χρυσοπηγή», αναρριχήθηκε στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο με τη βοήθεια της, αλλά και με τη συνδρομή και ηθική συμπαράσταση άλλων θεσμικών, παραθεσμικών κέντρων εξουσίας και παραπολιτικών κυκλωμάτων, ήτοι από ένα συντηρητικό – οπισθοδρομικό οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό κατεστημένο που ασκεί είτε θεσμικά από το προσκήνιο, είτε εξωθεσμικά από το παρασκήνιο μέρος της εξουσίας, που δεν στηρίζεται σε υγιείς εθνικές, πολιτικές και κοινωνικές βάσεις, δέσμιο της κυρίαρχης νομενκλατούρας και οικογενειοκρατίας, με τα εμφιλοχωρούντα συμπτώματα διαφθοράς και φαυλότητας. Ευρισκόμενος σε σχέση εξάρτησης από τις συντηρητικές και οπισθοδρομικές αυτές δυνάμεις της Ελληνικής Πολιτικής σκηνής, επεχείρησε την απαγκίστρωση από τη «Χρυσοπηγή» τη ρήξη με τον Οικουμενικό Πατριάρχη και άλλους θεσμικούς παράγοντες, εκδηλώνοντας συνάμα τις ηγετικές του φιλοδοξίες και προθέσεις, επιθυμιών να συμμετάσχει ενεργά και στη χάραξη της πολιτικής ζωής του τόπου. Η συναισθηματική αποστασιοποίηση από τη «Χρυσοπηγή», η «ανταρσία», οι αρχηγικές του τάσεις και η πληθώρα των σκανδάλων που αποκαλύφθηκαν στους κόλπους της Εκκλησίας και που πήραν μεγάλες διαστάσεις και δημοσιότητα, τα ενεχόμενα πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος του, όπως είναι οι Βαβύλης, Γιοσάκης, Μητροπολίτης πρώην Θεσσαλιώτιδος κλπ., που αποτελούσαν τον εκκλησιαστικό του περίγυρο, η ανάμειξή του  στην εκλογή του Πατριάρχη Ιεροσολύμων που προκάλεσε τη γενική αγανάκτηση και κατακραυγή και πολλά άλλα, πυροδότησαν την ήδη ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου, βρέθηκε στο κέντρο του Κυκλώνα, με αποτέλεσμα κάποιοι θαρραλέοι δημοσιογράφοι να φέρουν στο φως της δημοσιότητας τα Εκκλησιαστικά σκάνδαλα που συγκλόνισαν το Πανελλήνιο. Και ο αρχιεπίσκοπος; Με ευτελή τεχνάσματα και ξεπερασμένες μεθόδους προσπαθεί να μεταβιβάσει στον θεσμό της Εκκλησίας την κατακραυγή που αφορά το πρόσωπο του. Διακηρύττει προς κάθε κατεύθυνση «Σκοτεινές και αόρατες δυνάμεις ζητούν να θέσουν την Εκκλησία, την πνευματική μητέρα του λαού μας και κιβωτό του Γένους στο περιθώριο… η ασέβεια γαυριά (υπερηφανεύεται) και εγείρει με θράσος το κεφάλι της, όχι πλέον μόνον εναντίον των προσώπων μας, αλλά εναντίον του όλου σώματος της Εκκλησίας».
Εύγε για ευτελέστατο τέχνασμα, κόλπο φτηνό, παμπάλαιο εθνικοφρονίστικο που προσβάλλει ως και τη μέτρια νοημοσύνη. Αν ο Αρχιεπίσκοπος διόρισε διευθυντή του πολυπρόσωπου ιδιαιτέρου γραφείου έναν νεαρό ιερωμένο προκλητικά αμετροεπή, που πέταξε τα ράσα, δηλώνοντας δημόσια ότι έτσι «ξαναβρίσκει τη ζωή», τι χρειάζονται οι «σκοτεινές δυνάμεις»; και γιατί πρέπει να είναι ο λαός που καλείται σε ολονύκτια προσευχών συντριβής και μετάνοιας, για τις απερισκεψίες του Αρχιεπισκόπου;
Επειδή ο Αρχιεπίσκοπος  Χριστόδουλος επέλεξε ως απολύτως έμπιστο και οικείο πρόσωπο τον μητροπολίτη Θεόκλητο, πρώην Θεσσαλιώτιδος που διαπλέχτηκε φανερά με υπόκοσμο (Γιοσάκη – Βαβύλη), με το σκανδαλουργό Μητροπολίτη Αττικής που η συμπεριφορά του προκάλεσε τη γενική κατακραυγή και πειραϊκά κυκλώματα διεφθαρμένων και εξαγορασμένων δικαστών, γιατί η ευθύνη βαραίνει τους «πολεμίους της Εκκλησίας» και γιατί πρέπει το χριστεπώνυμο πλήρωμα να εκφέρει ολονύκτια το «ημάρτομεν, ηνομήσαμεν, ηχρειώθημεν;»
Εάν η «οικογένεια» του Αρχιεπισκόπου και ο ίδιος θέλησαν (και το επέτυχαν) να επιβάλλουν με αήθη και ανέντιμα μέσα ως Πατριάρχη Ιεροσολύμων τον ανεκδιήγητο Ειρηναίο, ήδη καθαιρεθέντα και απέστειλε τον οπλοφορούντα αρχιμανδρίτη Φαρμάκη να συνεργαστεί με τον Βαβύλη στην πλεκτάνη ηθικής εξόντωσης των συνυποψήφιων του, τι λόγο μπορεί να έχουν τα αόρατα κέντρα αντιεκκλησιαστικών κύκλων και αυτών που τάχα υποσκάπτουν τα θεμέλια της Ορθοδοξίας;
Να θρηνήσει ο λαός για τα ατοπήματα και ολισθήματα του ποιμένα του ΝΑΙ.
Να προσευχηθεί για να του χαρισθεί μετάνοια, μάλιστα. Αλλά όχι να καλείται σε ολονύκτιο θρήνο για τα αμαρτήματα και ανομήματα προσώπων που σαν εκκλησιαστικοί παράγοντες διέπραξαν.
Από τους τίτλους εφημερίδων, επέλεξα μερικούς της έγκυρης εφημερίδος «ΤΟ ΠΑΡΟΝ», η οποία αποτελεί την έπαλξη του πατριωτισμού και της Ορθοδοξίας.
«Πλήρης εξαχρείωση ιεραρχών στα Ιεροσόλυμα»
«Μωραίνει κύριος ον βούλεται απωλέσαι!»
«Έφριξε όλη η Ελλάδα με τις σκηνές απίστευτου εξευτελισμού Ιεραρχών του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων».
Αυτοί είναι που ευτελίζουν τους θεσμούς, που προκαλούν ηθική φθορά και που με τις πράξεις και παραλείψεις τους υποσκάπτουν τα βάθρα της πίστης και της Εκκλησίας. Επιλογές του Αρχιεπισκόπυ όπως: οι Κολοσούσας, ο Θεσσαλιώτιδος, ο Αττικλης, ο Ιεροσολύμων, ο Φαρμάκης, ο Βαβύλης, ο Γιοσάκης, αποτελούν το ηθικό στίγμα που βαραίνει τον Αρχιεπίσκοπο. Εμείς αποδοκιμάζουμε πχ. ενέργειες αυτών των ταγών της Εκκλησίας και παράλληλα με άλλον τρόπο υπερασπιζόμεθα τους θεσμούς που απειλούνται από όσους τους υποσκάπτουν. Η εν γένει πολιτεία μας, ο τρόπος της ζωής μας, η συμπεριφορά μας, και η αρθρογραφία μας, αποτελούν μια αδιάψευστη μαρτυρία στην προσήλωση, στην φιλοπατρία, στην Ορθοδοξία και στις αιώνιες- υγιείς αξίες της ελληνικής Φυλής.
Επαινούμε και εγκωμιάζουμε το έργο ενάρετων αρχιερέων και απλών κληρικών, οι οποίοι με το έργο τους προάγουν τον χριστιανισμό και τη χριστιανική ιδεολογία, όπως πράττουν μεταξύ πολλών άλλων ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ.κ. Αναστάσιος, ο μητροπολίτης Περιστερίου, ο μητροπολίτης Ιωαννίνων, ο μητροπολίτης Θηβών Ιερώνυμος.
Ο Χριστόδουλος σε μια περίοδο σκληρής δοκιμασίας του κύρους της Ελλαδικής Εκκλησίας, με τα ίδια του τα λόγια πολλές φορές, ίσως άθελά του, επιβεβαιώνει όλους εμάς που από την πλευρά των ορθόδοξων πιστών χριστιανών και όχι των υποκριτών-Φαρισαίων, επισημαίνουμε τα τρωτά σημεία, τις αδυναμίες, τη λαθεμένη ρότα, τις άστοχες και αδέξιες ενέργειες, τις εστίες της διαφθοράς και των εκφυλιστικών φαινομένων που βασανίζουν την Εκκλησία μας, επακόλουθα και με ευθύνες των πνευματικών ταγών της.
Τις ευθύνες αυτές δεν είναι διατεθειμένος να αναλάβει ακέραιες ο Αρχιεπίσκοπος, σαν ο ηγέτης της Εκκλησίας. Αντί να αντιδράσει άμεσα και αποτελεσματικά στα όσα όχι απλώς δυσάρεστα αποκαλύφθηκαν, στα όσα  συνέβησαν τώρα, στο άμεσο και στενό περιβάλλον του, στο χώρο της Εκκλησίας, επιτίθεται σε τρίτους, εκτός της Ιεραρχίας, που κατά την εκτίμηση του ευτελίζουν τον θεσμό. Αντί να περιορίζεται στην έκφραση θλίψης για τα ενδοεκκλησιαστικά φαινόμενα διαφθοράς που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, αντί να εργάζεται αθόρυβα και εντατικά για την κάθαρση, την απομάκρυνση όλων εκείνων που προκαλούν την ηθική φθορά της Εκκλησίας, υποσχόμενος συγχρόνως ένα καλύτερο αύριο για την Εκκλησία και τους πιστούς, επιλέγει την επίθεση, γενικώς και αορίστως εναντίον εχθρών που τάχα θέλουν να μπει στο περιθώριο, να πάψει να ομιλεί.
Υπερβολικός λόγος χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο.
Βεβαίως υπάρχουν ορισμένοι κύκλοι «προοδευτικοί και δημοκρατικοί» με εισαγωγικά που αποτελούν μια ασήμαντη μειοψηφία και που θέλουν περιορισμένη σήμερα την επιρροή της Εκκλησίας της Ελλάδος στην κοινωνία. Υπάρχουν όμως άλλοι, ίσως οι περισσότεροι, των οποίων οι σκέψεις και οι ενέργειες στηρίζονται στη γνώση της πραγματικότητας, στη σωστή κρίση και την αίσθηση του μέτρου, που ζητούν μια Ελλαδική Εκκλησία με υψηλής ποιότητας διοίκηση, με περισσότερη εσωτερική Δημοκρατία, με μια ηγεσία που θα ήταν σε θέση να αντιληφθεί τους πόνους της κοινωνίας και τους καημούς του λαού, του μη προνομιούχου Έλληνα προκειμένου να αναπτύξει ουσιαστικές δράσεις για την υπεράσπιση και την ανακούφιση των αδύναμων και πτωχών ανθρώπων. Μία Εκκλησία με λόγο και άποψη, πάντα στα πλαίσια του Συντάγματος και μακράν των πολιτικών αντιθέσεων και κομματικών ανταγωνισμών. Και κάθε σώφρων πολίτης αυτής της χώρας θα ήθελε και θα αγκάλιαζε μια Εκκλησία ενάρετη και με ήθος, με πνευματική δύναμη, με κύρος και με διαφάνεια στη διαχείριση των οικονομικών της.
Φευ, αλίμονο. «Ωδινεν όρος και έτεκεν μυν», έλεγαν οι πρόγονοί μας. Αυτό μας θύμισε η απόφαση της Ιεράς Συνόδου που ασχολήθηκε με την «αυτοκάθαρση» της, για την οποία μάλιστα αυτοπροσδιορίστηκε εγγυητής ο Αρχιεπίσκοπος!
Την αυτοκάθαρση συνήθως επιτυγχάνουν ζωντανοί οργανισμοί δημιουργώντας αντισώματα, με τα οποία εξουδετερώνονται τα βλαβερά και νοσογόνα στοιχεία πολύ πριν αρχίσει η διάβρωση και η σήψη. Γιατί όταν αρχίσει η διάβρωση, είναι αργά πια.
Και είναι αργά για την «αυτοκάθαρση» γιατί τα προβλήματα της Εκκλησίας είναι συγκεκριμένα, επωάστηκαν, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο εσωτερικό της Ιεραρχίας, η οποία τα εγνώριζε και η διοίκηση της τα άφησε πολλά χρόνια άλυτα για λόγους που η ίδια γνωρίζει, με αποτέλεσμα να διογκωθούν, να ανοίξει το απόστημα χωρίς να το καθαρίσουν.
Εν κατακλείδι:  Ανακεφαλαιώνοντας τα όσα ουσιώδη προανέφερα, η διαπίστωση είναι ότι η λεγόμενη αυτοκάθαρση της Εκκλησίας είναι ένα άλλοθι, μια δικαιολογία για παράταση της κρίσης, είναι όρος εκ του πονηρού, είναι στάχτη στα μάτια, ώσπου να καταλαγιάσει ο θόρυβος και να περάσει η μπόρα, είναι μια απόπειρα να μας πουλήσουν «φύκια για μεταξωτές κορδέλες», ώσπου ο χρόνος θα μας βοηθήσει να ξεχάσουμε όλα τα δυσάρεστα γεγονότα. Όλοι παραμένουν στο θρόνο τους, όλα επιτρέπονται, κανένας δεν οφείλει να απολογείται.

ΜΙΑ ΣΟΒΑΡΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Κανείς μέχρι σήμερα δεν διέκρινε ως ενδεχόμενο πιθανό με βάση κάποια στοιχεία και πολλές ενδείξεις ή και προαισθήματα ακόμη ποια θα ήταν η κατεύθυνση της Εκκλησιαστικής ηγεσίας, εάν δεν εγένετο η αποκάλυψη των σκανδάλων. Κανείς δεν διείδε την πορεία των εξελίξεων. Με τον Χριστόδουλο στο πηδάλιο της Διοίκησης της Εκκλησίας, φίλαρχο και εραστή της κοσμικής εξουσίας, την παραεκκλησιαστική οργάνωση «Χρυσοπηγή», τις δεκάδες άλλων παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, τους ιερωμένους και θεολόγους που συμπεριφέρονται με υπερβολικό ζήλο – πέραν του μέτρου –, με άκριτη πίστη και τυφλό πάθος στη θρησκεία, με την υπερσυντηρητική ζωή και σκοταδιστική ιντελιγκέντσια, της οποίας κατ εξοχήν εκπρόσωπος είναι ο Β. Κόκκινος επίτιμος πρόεδρος του Αρείου, με τη θερμή υποστήριξη και συμπαράσταση, ηθική και δικαστική ανώτερων και ανώτατων Δικαστικών λειτουργών, με τους ποικιλώνυμους ρατσιστές και τον επωαζόμενο νεοφασισμό, η Εκκλησία με αργά αλλά σταθερά βήματα επορεύετο στη θεοκρατία, στην επιβολή δηλαδή ενός πολιτικού συστήματος, στο οποίο η εξουσία – θρησκευτική και πολιτική – που πηγή της θεωρείται ο Θεός, ασκείται από τον κλήρο σύμφωνα με τους κανόνες της θρησκείας και όχι σύμφωνα με μια οργανωμένη - συντεταγμένη πολιτεία, με διάκριση των εξουσιών και τους Νόμους. Πνευματικός και πολιτικός ηγέτης αυτού του θεοκρατικού κράτους ένα είδος Αγιατολαχ!
Αυτή την πορεία για την επιβολή ενός τέτοιου κράτους εμπόδισαν μερικοί θαρραλέοι δημοσιογράφοι, μεταξύ των οποίων και εγώ.
Εντούτοις, ευελπιστώ πως τελικά μετά από προσεκτική συνεκτίμηση όλων των δυσμενών παραγόντων που οδήγησαν στη βαθιά κρίση Ελλαδικής Εκκλησίας, την επικράτηση της λογικής και του συμφέροντος της Εκκλησίας, ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος θα αλλάξει προσανατολισμούς και μεθόδους και σαν σοφός πλέον Ιεράρχης και πνευματικός οδηγός του Εκκλησιαστικού ποιμνίου, θα οδηγήσει την Εκκλησία μας στη σωστή κατεύθυνση και στις θεμελιώδεις Αρχές και Αξίες της Ορθοδοξίας.


Δεν υπάρχουν σχόλια: