Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΡΙΕΣ ΤΟΥ BLOG ΜΟΥ

Φίλες/οι σας ανακοινώνω,
ότι από σήμερα 19/07/2015 έως και τέλη Αυγούστου δεν θα δημοσιεύονται άρθρα και κείμενά μου λόγω θερινών διακοπών. Σας εύχομαι όλες και όλους καλές διακοπές και καλή αντάμωση στις αρχές Σεπτεμβρίου.

                                 Με τιμή
                                ΠΑΝΟΣ ΚΡΙΚΗΣ


Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η - Η ΕΜΠΡΑΚΤΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ

Κατά τον Keneth Minoque καθηγητή της πολιτικής επιστήμης στο London School of Economics, «πολιτική είναι η τέχνη της πλοήγησης του καραβιού – Κράτους» ενώ κατά τον Max Weber, τον γνωστό καθηγητή του Ρωμαϊκού Δικαίου στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου, του Μονάχου, της Χαϊδελβέργης και αλλού, «πολιτική είναι ο αγώνας για την κατάκτηση ή την διανομή της εξουσίας, για την άσκηση δηλαδή της νόμιμης βίας. Η πολιτική επιδιώκει την ισχύ, είτε ως μέσο για την εξυπηρέτηση κάποιου σκοπού είτε ως γόητρο, είτε χωρίς κανένα σκοπό – ή δύναμη για την δύναμη[1]». Και τι λογής αγώνας; Άγρια σύγκρουση κομμάτων και παρατάξεων, αντιπαράθεση με βίαιο λόγο και λαϊκισμό των μνηστήρων της εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο που η γλώσσα της πολιτικής και των κομματικών αναμετρήσεων χρησιμοποιεί στρατιωτική ορολογία και πολεμικό ύφος.
Προεκλογική «εκστρατεία», εκλογική «μάχη», «έφοδος», «νίκη», «θρίαμβος», «πανωλεθρία», «καταποντισμός», «πανστρατιά», «εθελοντές», «νικητήριοι παιάνες», «βομβαρδισμοί» με συνθήματα, «βέλη», «μονομαχίες», «διαξιφισμοί», κλπ. Μας θυμίζει τα λόγια του Karl Von Klansevitz: «Ο πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», και του Μάο-Τσε-Τούγκ: «Η πολιτική είναι αναίμακτος πόλεμος και ο πόλεμος αιματηρή πολιτική[2]». Άλλωστε και στον καθημερινό λόγο «κάνω πολιτική», «πολιτεύομαι», σημαίνει υποκρίνομαι, εξαπατώ, δολιχοδρομώ, χρησιμοποιώ τεχνάσματα και πανουργίες, λαϊκίζω, καταφεύγω στο ψεύδος[3] και την υπουλότητα. Στον πολιτικό λόγο μάλιστα έχουν καθιερωθεί «όροι», όπως το «πολιτικό παιχνίδι», οι «κανόνες του παιχνιδιού», όροι ενδεικτικοί των απηχήσεων και αξιολογήσεων της πολιτικής.
Από τη φύση της η πολιτική είναι μια υπόθεση διόλου καθαρή. Συνοδοιπορεί πάντοτε με τον αμοραλισμό – την απουσία ηθικών αρχών – τον δόλο και την απάτη.
Ο Γάλλος συγγραφέας και πολιτικός Andre Malroux έγραφε με ωμή ειλικρίνεια: «Δεν ασχολείται κανείς με την πολιτική έχοντας ως γνώμονα την ηθική [4]». Και με ωμότερη ο Γάλλος συγγραφέας Henri de Montherlant: «Πολιτική είναι η επονείδιστη αρρώστια της ανθρωπότητας, ο καρκίνος της».
Οι μετέχοντες, οι αντίπαλοι, πρέπει να συμμορφώνονται με τους κανόνες του παιχνιδιού, του «τζόγου», και όχι με τις διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος, τους θεσμούς που πλαισιώνουν το πολιτικό σύστημα, την ηθική, την εντιμότητα, την αξιοπρέπεια και την ακεραιότητα του χαρακτήρα.
Και πολιτικοί, σύμφωνα με τον ορισμό του C. Mondi – τον πληρέστερο – είναι το «πρόσωπο που εμπλέκεται δραστήρια σε αγώνα για την κυβερνητική εξουσία ή για κατάκτηση κάποιου αξιώματος και του οποίου η επιτυχία εξαρτάται από την εύνοια των άλλων και από την δική του ικανότητα να πείθει, να διαπραγματεύεται και να συμβιβάζεται[5]…». Κατά το Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης, «πολιτικός είναι το άτομο που αναμιγνύεται στα κομματικά, τους πολιτικούς αγώνες, ή χρησιμοποιεί την πολιτική ως επάγγελμα ή επιχείρηση. Και με την κακή έννοια είναι εκείνος που εμπορεύεται την πολιτική[6].
Τέλος, κατά τον Max Weber, «οι πολιτικοί ορέγονται την εξουσία για να απολαύσουν τα παραφερνάλια της. Χρήμα και φήμη[7]». Για τον ίδιο τον πολιτικό εξουσία σημαίνει «γόητρο και λάφυρα», για τους οπαδούς ρουσφέτι, εκμετάλλευση, δηλαδή των πολιτών με τη μονοπώληση των κρατικών θέσεων. Μερικοί ζουν για την πολιτική, οι περισσότεροι από την πολιτική. Οι πρώτοι υποστηρίζουν ότι υπηρετούν μια «υπόθεση», μια «ιδεολογία», για τους δεύτερους η πολιτική είναι επάγγελμα και πηγή εισοδήματος. Γενικά, η ενασχόληση με την πολιτική και υπό την ευρύτερη έννοια του όρου που καλύπτει όλες τις εκφάνσεις, σημαίνει νομή της εξουσίας και κυρίως εξασφάλιση και επαύξηση των περιουσιακών τους στοιχείων[8].
Άλλοτε, τα παλιά καλά χρόνια, η συμμετοχή στην πολιτική και γενικά σε όλες τις δραστηριότητες, η ανάμειξη στα κοινά σε ό,τι αφορά και ενδιαφέρει το κοινωνικό σύνολο και η ανάληψη της διαχείρισης των κοινών, ήταν η ανταμοιβή της κοινωνικής προσφοράς του ατόμου, δια της ευδοκίμου ασκήσεως ενός επαγγέλματος, συνήθως επιστημονικού               – γιατρού, Δικηγόρου, καθηγητού πανεπιστημίου κλπ – με σεβασμό προς τα ανθρώπινα ιδανικά και τις παραδεδειγμένες αξίες της Αστικής τάξης, για εκείνο που αναγνωρίζονταν από τα άτομα και από την κοινωνία ως ωφέλιμο και καλό, από ηθική, πνευματική ή υλική άποψη και που χρησιμοποιείται ως μέτρο των πράξεων ή γίνεται αντικείμενο των επιδιώξεων του ανθρώπου. Πάντοτε δε υπό την προϋπόθεση ότι ο τιμώμενος παρέχει εχέγγυα αποδεδειγμένου ήθους, επάρκειας, ικανότητας και ευθυκρισίας[9].
Σήμερα, οι υποψήφιοι, αυτοί δηλαδή που επιδιώκουν να καταλάβουν ένα αξίωμα, μια θέση σε οποιοδήποτε πεδίο δράσης, χρίονται από ομάδες που εξυπηρετούν αποκλειστικά κομματικά ή άλλα δικά τους συμφέροντα, ή από πρόσωπα που συνδέονται μεταξύ τους με κοινά κομματικά, επαγγελματικά, συνδικαλιστικά και άλλα κοινά συμφέροντα. Και τα πολιτικά αξιώματα απονέμονται από τους αρχηγούς των κομμάτων. Με προσωπικά κριτήρια συμπαθειών ή κομματικών περγαμηνών, χωρίς τις αντικειμενικές διαδικασίες δια της επιλογής των αξιοτέρων και των καταλληλοτέρων. Έτσι, τις επιλογές του «ελέω Θεού» κληρονομικού Βασιλέως στη σημερινή κατ’ επίφαση Δημοκρατία αντικατάστησαν οι επιλογές του συχνά εκ κληρονομικής πολιτικής διαδοχής Αρχηγού, ή κατά Νομό ισχυρό τοπικό πολιτικό παράγοντα[10].
Οι αρχηγοί των κομμάτων επιλέγουν τους υποψηφίους βουλευτές, κατά το δοκούν. Ο Λαός έχει την ψευδαίσθηση ότι εκλέγει τους βουλευτές του. Στην πραγματικότητα όμως, εκλέγει από αυτούς, που έχει επιλέξει ο αρχηγός, οι κομματικές συντεχνίες, δηλαδή οι οργανωμένες ομάδες με κοινά επαγγελματικά κυρίως συμφέροντα, που επιδιώκουν συστηματικά την εξυπηρέτησή τους σε βάρος του κοινωνικού συνόλου και που έρχεται σε αντίθεση με το δημόσιο αίσθημα και τα ΜΜΕ, καναλάρχες και ιδιοκτήτες μεγάλων δημοσιογραφικών συγκροτημάτων. Ο αρχηγός του κόμματος, ως Πρωθυπουργός, επιλέγει ακόμη και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που κατά το Σύνταγμα είναι ο Ανώτατος Άρχων της Χώρας. Δέχεται και προωθεί στο κόμμα του όσους συμπαθεί. Διαγράφει δε όσους αντιπαθεί ή τον ενοχλούν.
Δεν υπάρχουν διαδικασίες ελέγχου των αρχηγικών αποφάσεων, ούτε δεύτερος βαθμός δικαιοδοσίας οιασδήποτε κρίσης του Αρχηγού, ούτε όργανα επιβολής και τήρησης του Καταστατικού του Κόμματος. Ο Αρχηγός επιλέγει τα όργανα του κόμματος, τους Υπουργούς και τους αξιωματούχους της Πολιτείας ελεύθερα. Ουδείς μπορεί να τον υποχρεώσει να επιλέξει τους ικανότερους και καταλληλότερους, ή να αξιώσει την ύπαρξη έστω και ενός τυπικού πτυχίου. Επομένως, γιατί μόνο ο Βασιλιάς μπορούσε να κάνει Υπουργό και τον κηπουρό του;
Η δεξαμενή των επιτυχημένων σε επιστημονική και επαγγελματική δράση, από την οποία οι παλαιότεροι αρχηγοί κομμάτων αντλούσαν κατά κανόνα άξια και ικανά στελέχη, έχει αχρηστευθεί. Μοναδικά φυτώρια επιλογών ο κομματικός μηχανισμός, οι συντεχνίες και τα κλαμπ, και τα πανεπιστήμια. Ιδιαίτερο προσόν η σύμφωνη επιθυμία των βαρόνων της επικοινωνίας, δηλαδή των Μ.Μ.Ε. Οι πολιτικοί «ευέλπιδες» αρχίζουν την σταδιοδρομία τους από την κομματική νεολαία. Και μπορούν να φθάσουν μέχρι την αρχηγία. Δεν απαιτείται άσκηση επαγγέλματος. Όσοι, όμως, διέλθουν από αυτό, πρέπει να αναδειχθούν στις «κλαδικές» και τις «τοπικές» επιτροπές, ώστε να διεκδικήσουν στη συνέχεια θέση στην Κεντρική Επιτροπή ή τη Βουλή.
Με άλλα λόγια, ακολουθείται το πρότυπο της εξέλιξης των κομματικών στελεχών της σταλινικής Ρωσίας. Το αντέγραψε ο Ανδρέας Παπανδρέου και το υιοθέτησε η Νέα Δημοκρατία. Παλαιότερα ήταν δύσκολο ένας πολίτης να διανοηθεί να διεκδικήσει βουλευτικό αξίωμα, αν δεν είχε κοινωνική ή εθνική προσφορά. Από την εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου, όμως, άλλαξε ο τρόπος επιλογής των βουλευτών. Εισήλθαν στη Βουλή και τις Κυβερνήσεις, ακόμη και αφισοκολλητές, συγκεντρωσιάρχες, συνδικαλιστές και άλλοι χωρίς καμία κοινωνική προσφορά και θετικές ιδιότητες όπως ψυχική και πνευματική καλλιέργεια.
    Με αυτά τα δεδομένα, είναι φυσικό ο κρατικός μηχανισμός να είναι αναποτελεσματικός. Οι υπουργοί να ενδιαφέρονται όχι για την ουσιαστική απόδοση του τομέα που διευθύνουν, αλλά μόνον για τις επιδοκιμασίες των διαμορφωτών της κοινής γνώμης και του πρωθυπουργικού περιβάλλοντος. Πολλές ανεξάρτητες Αρχές ή ποικιλώνυμες νεότευκτες υπηρεσίες, που απομυζούν τον κρατικό προϋπολογισμό, να μην προσφέρουν στο Λαό τις υπηρεσίες, για τις οποίες συστήθηκαν.
Οι μάνατζερς των επιχειρήσεων λαμβάνουν τις αναγκαίες αποφάσεις, με ταχύτητα, για να έχουν τα καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα και να μένουν στη θέση τους. Οι κυβερνήτες του Κράτους όμως, αν και αυτό είναι η μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας, δεν τολμούν να αντικαταστήσουν ούτε τους φαιδρούς ή ανεπαρκείς.
Ούτε λόγος για αλλαγή του συστήματος. Αντιθέτως η κρατική χρηματοδότηση των κομμάτων και ο μύθος της ανάγκης διασφάλισης ισχυρής, μονοκομματικής κυβέρνησης, διαιωνίζει την αντιδημοκρατική διακυβέρνηση της χώρας και με το 36 % - 43% των ψήφων. Ουδείς αποτολμά να υψώσει διάφορο ή εξυγιαντικό πολιτικό λόγο. Γιατί γνωρίζει ότι το σύστημα θα τον περιθωριοποιήσει, θα τον συντρίψει.
Κατά τα άλλα, η παράβαση του νόμου ή του Συντάγματος έπαυσε να είναι αδίκημα για τους Υπουργούς, η δε κατασπατάληση των κομμάτων και ο σφετερισμός του δημοσίου χρήματος εύκολα υποκύπτουν στην παραγραφή του νόμου περί ευθύνης Υπουργών. Το χάρισμα δανείων οικεία βουλήσει και κατά την αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη κρίση των βουλευτών σε, Συνεταιρισμούς, πλούσιους επιχειρηματίες, ΠΑΕ, ποδοσφαιριστές και άλλα πρόσωπα με μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία, δεν αποτελεί ούτε ποινικό, ούτε αστικό αδίκημα. Η αυθαιρεσία των βουλευτών στη διάθεση του δημοσίου χρήματος, στο χρήμα του μοχθούντος Έλληνα φορολογούμενου δεν υπόκειται σε έλεγχο! Στο αποκορύφωμα η φαυλότητα. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Πολιτικοί, για τους οποίους ο λαός βοά, προκαλούμενος από τον αδικαιολόγητα πολυτελή βίο τους, απολαύουν τιμών υπό την ιαχή: «Μηδενική ανοχή στη διαφθορά».

 







[1] Η πολιτική ως επάγγελμα, ελλ. μετ., σελίδα 73, 97.
[2] Στο έργο του «Περί του παρατεταμένου πολέμου».
[3] Carnets, έκδ. Gallimard.
[4] L’esproir: (έκδ. Gallimard).
[5] A. Dictionary of the Social Sciences, New York 1964.
[6] The Oxford English Dictionary.
[7] Και SEX. Πάνος Κρίκης.
[8] Υπάρχουν και εξαιρέσεις, οι οποίες όμως δεν αναιρούν τον κανόνα.
[9] Πάντοτε με τις εξαιρέσεις από τον κανόνα.
[10] Για παράδειγμα, ο τοπικός παράγοντας της Ν. Δ. ήταν ο Κ. Σημαιοφορίδης και του ΠΑΣΟΚ ο    Φ. Πετσάλνικος