Κυριακή 27 Μαΐου 2012

ΤΟΥ ΠΑΝΟΥ ΚΡΙΚΗ Δεκέμβριος 2009 Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Α Ρ Θ Ρ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α Η «ΡΕΑΛΙΣΤΡΙΑ» ΝΤΟΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ, Ο «ΕΘΝΙΚΙΣΤΗΣ» ΑΝΤ. ΣΑΜΑΡΑΣ ΚΑΙ Ο ΞΕΝΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ

Μία επιφυλλίδα με ένα άκρως ενδιαφέρον πολιτικό θέμα του Πανεπιστημιακού Χρήστου Γιανναρά που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», αποτέλεσε την αφορμή να συντάξω αυτό το άρθρο, το οποίο είναι πάντοτε επίκαιρο και διαχρονικό.
Ο ανημέρωτος και ακατατόπιστος από τα στρατευμένα και αργυρώνητα ΜΜΕ Έλληνας πολίτης, – πάντα με τις ολόφωτες εξαιρέσεις του – προσπαθεί, με όσα στοιχεία πληροφόρησης διαθέτει, να λύσει μερικές φορές τις απορίες του. Πόσο πραγματικά «αδέσμευτη», «ανεξάρτητη», «αυτόνομη» και «αυτοκυβέρνητη» είναι η πατρίδα του; Πόσο ο ίδιος, με την ψήφο του, επιβάλλει τις πολιτικές επιλογές του ή πόσο τα πολιτικά του δικαιώματα είναι απλώς διακοσμητικά; Αν οι πολιτικές αποφάσεις των πολιτικών του αρχόντων, όλων των παρατάξεων και οι πολιτικές επιλογές των ψηφοφόρων στη χώρα του επηρεάζονται ή κατευθύνονται, έντεχνα, μεθοδικά από την κρυφή και ανεπίσημη δραστηριότητα που επηρεάζει άμεσα τις εξελίξεις στην διπλωματία της χώρας, από τον λεγόμενο ξένο παράγοντα;
Άραγε δικαιολογείται ορθολογικά (και όχι ψυχολογικά) ένας τέτοιος προβληματισμός; Γιατί είναι πράγματι ένα σοβαρό ερώτημα εάν η ελευθερία του λαού και η ανεξαρτησία του πολιτικού βίου στην Ελλάδα, ακόμα και σήμερα επηρεάζεται από τον ξένο παράγοντα. Μερικές, σύντομες, ιστορικά τεκμηριωμένες και ψύχραιμες απαντήσεις σε αυτά τα καυτά ερωτήματα, θα μπορούσαν να είναι αναφορές σε γεγονότα του παρελθόντος, που σημάδεψαν καθοριστικά την Ιστορία μας.
-                       Από το 1825 είχαν σχηματισθεί στην επαναστατημένη Ελλάδα τρία κόμματα σαφέστατα ξενοκίνητα: Το Αγγλικό με αρχηγό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, το Ρωσικό με αρχηγό τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Ανδρέα Μεταξά και το Γαλλικό με αρχηγό τον Ιωάννη Κωλέττη. Δεν ήταν ούτε κόμματα των πολιτικών ιδεών, ούτε κόμματα προσωποπαγή, όπως αργότερα το Δεληγιαννικό ή το Τρικουπικό, αλλά ακολουθούσαν δουλικά την εξωτερική πολιτική της ξένης δύναμης που ήταν προσκολλημένα στο συγκεκριμένο χώρο της δραστηριότητας της κάθε μιας.
-                       Βενιζελικοί – Βασιλικοί:
Η παράταξη του Βενιζέλου που ασκούσε την εξουσία μετά το 1911, είχε τα ερείσματά της στις Δυτικές Δυνάμεις της «ΑΝΤΑΝΤ», το Στέμμα – οι Βασιλικοί – είχε άρρηκτες σχέσεις και ενίοτε μυστικές, (που έπαιρναν πρακτορική μορφή), με την Γερμανία του Κάϊζερ και το Μέγα Γερμανικό επιτελείο, που προετοίμαζε την προς Ανατολάς εξόρμησή του και εργαζόταν σύντονα να σφετεριστεί μέσω του Θρόνου, τα ερείσματα της εξουσίας στην Ελλάδα. Απόλυτη η εξάρτηση και των δύο παρατάξεων από τον ξένο παράγοντα.
-                       Μικρασιατική εκστρατεία
Επρόκειτο για μια υπερπόντια τυχοδιωκτική επιχείρηση που ανέλαβε η Ελλάδα παίζοντας τον ρόλο του Χωροφύλακα των Αγγλογαλλικών συμφερόντων, με όργανο τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Και ενώ οι αντιπολιτευόμενοι τον Βενιζέλο, Λαϊκοί (Γούναρης, Στράτος, Πρωτοπαπαδάκης, Μπαλτατζής και Θεοτόκης) όχι μόνον διαφωνούσαν για την Μικρασιατική εκστρατεία και αγωνιζόταν με όλα τα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους να σταματήσουν την Μικρασιατική επιχείρηση, μόλις έγιναν εξουσία άρχισαν να ενεργούν πιο δραστήρια από τους αντιπάλους τους για τη συνέχιση της εκστρατείας, υπακούοντας σε Αγγλικά κελεύσματα, που βρήκαν πρόθυμο αποδέκτη τον Δημήτρη Γούναρη και την κυβέρνησή του, που αποφάσισε την προέλαση με σκοπό να δοξαστεί ο Κωνσταντίνος, ως ικανότερος ηγέτης (από τον Βενιζέλο) και με αποτέλεσμα την καταστροφή.
-                       Δικτατορία Βασιλιά Γεωργίου και Ι. Μεταξά
Με πρόσχημα το πολυμεταχειρισμένο και διάτρητο πολιτικά επιχείρημα του «κομμουνιστικού κινδύνου», ο Μεταξάς με σύμφωνη γνώμη του Βασιλιά και του ξένου παράγοντα – της Αγγλίας – κηρύσσει την 4η Αυγούστου την Δικτατορία. Απροκάλυπτη και κυνική η ανάμειξη του ξένου παράγοντα – (Αγγλία) – .
ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ
-                       Κυβερνήσεις Μέσης Ανατολής
Με την πτώση της Κρήτης – 29-5-1941 –, ολόκληρο το Ελληνικό έδαφος έπεφτε στα χέρια των Γερμανοϊταλών, ενώ Βουλγαρικά στρατεύματα προωθούνταν στις περιοχές Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης. Ο Βασιλιάς Γεώργιος και η σκιώδης κυβέρνηση Κορυζή, υπό αγγλική πλέον καθοδήγηση, έφευγε για την Αίγυπτο. Με τον θάνατο του Κορυζή πρωθυπουργός ορίζεται από τους Άγγλους και Βασιλιά Γεώργιο, ο Εμμανουήλ Τσουδερός, στη συνέχεια ο Σοφοκλής Βενιζέλος και τέλος ο Γεώργιος Παπανδρέου ως πρωθυπουργός «Εθνικής Ενότητος». Κι’ εδώ, ο ξένος παράγων είχε έντονη ενεργό συμμετοχή στα τεκταινόμενα στη Μέση Ανατολή.
-                       Απελευθέρωση μέχρι τις εκλογές του 1946
Την κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητος» του Γ. Παπανδρέου την διαδέχεται στις 3 Ιανουαρίου 1945 ο Ν. Πλαστήρας και την κυβέρνηση Πλαστήρα την διαδέχεται στις 8 Απριλίου η κυβέρνηση του Ναυάρχου Βούλγαρη. Και μετά την απομάκρυνση άρον-άρον του Βούλγαρη, στις 18 Οκτωβρίου 1945, ορκίζεται πρωθυπουργός ο Αρχιεπίσκοπος – Αντιβασιλιάς Δαμασκηνός, τον οποίο στη συνέχεια διαδέχεται (22 Νοεμβρίου 1945), ο Θ. Σοφούλης. Όλη αυτή την κυβέρνηση την διόρισαν οι Βρεττανοί.
-                      Οι πρώτες εκλογές μετά την απελευθέρωση, στις 31 Μαρτίου 1946
Αμέσως μετά το αποτέλεσμα των εκλογών και ωσότου αποκτήσει αρχηγό το πλειοψηφήσαν Λαϊκό Κόμμα, σχηματίστηκε μεταβατική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Παναγιώτη Πουλίτσα, η οποία έμεινε στην εξουσία ένα δεκαήμερο. Στις 14 Απριλίου 1946 ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης αναλάμβανε την εξουσία για λογαριασμό της Ελληνικής Δεξιάς, στην οποία προσαρμόστηκαν και συγκολλήθηκαν πολιτικά, δοσιλογικά και συντηρητικά στοιχεία υπό την υψηλή προστασία των Άγγλων.
Από το 1946 και μέχρι τον Ιούλιο του 1974 που κατέρρευσε η Χούντα, η αυτόκλητη ανάμειξη ξένου Κράτους στα εσωτερικά προβλήματα της Ελλάδας είναι τόσο ωμή, θρασεία, προκλητική και απροκάλυπτη, ώστε οι νουνεχείς Έλληνες διερωτήθηκαν αν η Ελλάδα είναι αυθύπαρκτο κράτος ή ουσιαστικά έχασε την Εθνική της αυτοδιάθεση και βρίσκεται υπό τον πολιτικό και διπλωματικό έλεγχο των Αγγλοαμερικανών, υπό μορφή προτεκτοράτου! Και για να μη μακρηγορώ θα αναφέρω πέντε χαρακτηριστικές περιπτώσεις που προκάλεσαν ζωηρή εντύπωση στην κοινή γνώμη, αλλά και έντονα αισθήματα σιχασιάς.
-                       Πρώτη περίπτωση
Το στρατιωτικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 ήταν καθαρά έργο της Αγγλικής πολιτικής στην Ελλάδα αποτελούσε σε μία τεράστιας έκτασης πολιτική προβοκάτσια. Με τις ευλογίες του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος ουδέποτε απομακρύνθηκε από τον αστερισμό της Αγγλικής πολιτικής, με τη συγκατάθεση του Ν. Πλαστήρα και άλλων παραγόντων αποφασίστηκε η έκρηξη του εν λόγω κινήματος, το οποίο αποτέλεσε το προανάκρουσμα της Δικτατορίας Βασιλιά – Μεταξά, η οποία ειρήσθω έγινε και με την σύμφωνη γνώμη του ξένου παράγοντα, δηλαδή των Άγγλων. Αναλυτικές λεπτομέρειες του κινήματος της 1ης Μαρτίου 1935, βλέπε: (Τάσου Βουρνά, Ιστορία της Νεώτερης και σύγχρονης Ελλάδας, Τόμος Β΄, σελίδες 367 επ.).
-                       Δεύτερη περίπτωση: Το Δόγμα Τρούμαν 1947
Η Αμερικανική κηδεμονία στην Ελλάδα αρχίζει από το 1947 με το Δόγμα Τρούμαν. Με το Δόγμα Τρούμαν οι Η.Π.Α. μας αγόρασαν από την Αγγλία. Και από τότε – 1947 –, η μοίρα της Ελλάδας χαράσσεται από τους ψυχρούς εγκεφάλους του ΝΑΤΟ, του Σταίητ Ντιπάρτμεντ του Πενταγώνου και της CIA, που εμάς τους Έλληνες μας έβλεπαν όχι σαν μια κοινωνία ανθρώπων αλλά σαν ένα πιόνι της παγκόσμιας στρατηγικής. Από τότε και μέχρι το 1974, η εξάρτηση, η σχέση υποταγής της πολιτικής και των πολιτικών στον ξένο παράγοντα που επιβάλουν τις θελήσεις τους γίνεται πράξη. (Βλέπε Γιάννη Κάτρη, «Η Γέννηση του Νεοφασισμού στην Ελλάδα», έκδοση 1974, σελίδα 298).
Τρίτη περίπτωση
Οι Αμερικανοί δεν ήταν ευχαριστημένοι με το υπό τον Κ. Τσαλδάρη κυβερνητικό σχήμα και γι’ αυτό αποφάσισαν να εξουδετερώσουν τον Τσαλδάρη και να επιβάλουν τον γηραιό Θ. Σοφούλη ως πρωθυπουργό της χώρας. Έτσι, στις αρχές Σεπτεμβρίου 1947 ορκίζεται η νέα συμμαχική κυβέρνηση Φιλελευθέρων – Λαϊκών, με ένα ρετουσάρισμα της Δεξιάς. Ο Σοφούλης, πολιτικός της Βενιζελογενούς παράταξης και κατά τεκμήριο άτομο με φιλελεύθερες ιδέες, υπέπεσε σε ένα μεγάλο πολιτικό και εθνικό σφάλμα. Πίσω από τις γεροντικές του πλάτες παίχτηκε του λοιπού όλο το πολυαίμακτο δράμα του εμφυλίου πολέμου. Με την συμμετοχή του στην κυβέρνηση Φιλελευθέρων – Λαϊκών πέρασε στα τελευταία χρόνια της ζωής του στην υπηρεσία των σκοτεινών αντιδραστικών δυνάμεων και πρόδωσε την Φιλελεύθερη δημοκρατική παράταξη. Και δυστυχώς, δεν είναι ούτε ο πρώτος, ούτε ο τελευταίος.
Οι νόμοι 509/1947 περί προστασίας του κοινωνικού καθεστώτος και ο νόμος 511/1947 περί στρατοπέδων και πειθαρχημένης διαβίωσης ήταν τα νομικά ερείσματα επί τη βάσει των οποίων εξαπολύθηκε ο απάνθρωπος διωγμός εναντίον της Αριστεράς και θεμελίωσαν τα φρικτά κολαστήρια τύπου Γυάρου, Μακρονήσου, Αγίου Ευστρατίου και στρατοπέδου Τρίκερι, όπου κλείστηκαν και μαρτύρησαν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι. Πλην του Σοφούλη, στην ανόσια αυτή πράξη συνέπραξαν και άλλα ηχηρά ονόματα δήθεν Φιλελευθέρων που διατείνονταν ότι αγωνίζονταν για την πολιτική ιδεολογία που εμμένει στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων και την προστασία του λόγου.
Μεταξύ άλλων «Δημοκρατικών» Υπουργών που συμμετείχαν κατά διαστήματα στις κυβερνήσεις Σοφούλη, ήταν και οι: Χρ. Λαδάς, Κ. Ρέντης, Γ. Βαρβούτης, Α. Ορφανίδης, Α. Μπιράκης, Δ. Δίγκας, Φ. Ζαΐμης, Γ. Μελάς, Δ. Λόντος, Σ. Κωστόπουλος, Ευστ. Παλαμίδας, Δ. Γόντικας, Χρ. Τούντας, Ν. Μπακόπουλος, Κ. Τσάτσος, Ε. Αβέρωφ, Γ. Μαύρος, Π. Κανελλόπουλος όλοι τους κάποτε πολιτικοί δημοκρατικοί αστέρες. Κοινό τους σημείο το ιδεολογικό προπέτασμα και όχι το συνεπές δημοκρατικό τους αντίκρυσμα. Προέβαλαν μια ιδιότητα που στη πραγματικότητα δεν την είχαν.
-                       Τέταρτη περίπτωση: Ένωση Κέντρου
Ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. Τζών Κέννεντυ άρχισε να καταλαβαίνει ότι κάτι το πολύ σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της Αθήνας. Και τον Ιούνιο του 1961 έστειλε στην Ελλάδα ως έκτακτο απεσταλμένο τον Αμερικανό Υφυπουργό Μακ Γκη, ο οποίος διαποτισμένος από τον Φιλελευθερισμό του νέου προέδρου – πρώτη φάση του σχεδίου – ανέπτυξε ακάματη δραστηριότητα, έκαμψε αντιρρήσεις και φιλοδοξίες και στο τέλος οδήγησε την αποστολή του σε γόνιμο αποτέλεσμα, στον νέο πολιτικό σχηματισμό που πήρε το όνομα «Ένωση Κέντρου».
Στη δεύτερη φάση, αποφασίζεται να θυσιαστεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, και να διαδεχτεί την Δεξιά το Κέντρο.
-                       Θυσιάζεται ο Κωνσταντίνος Καραμανλής
Τα Ανάκτορα και ο συμμαχικός παράγοντας, ήθελαν το 1963 να βοηθήσουν την Ένωση Κέντρου κατά τον επικείμενο εκλογικό αγώνα και να την προωθήσουν ακόμα και προς την εξουσία. Ο δρόμος για τον Γεώργιο Παπανδρέου είχε ανοίξει. Αλλά θα ήταν ένας δρόμος ναρκοθετημένος από σκοτεινές δυνάμεις και από το ακατάλυτο παρακράτος της Δεξιάς. Ο Γ. Παπανδρέου θα ανέβαινε θριαμβευτικά στην εξουσία και μάλιστα υπό συνθήκες ιδεώδεις, αφού είχε πίσω του την εύνοια του Στέμματος και την συγκατάθεση του «αμερικανικού παράγοντα». (Βλέπε Γ. Ρούσσου, «Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Τόμος Ι, σελίδα 568 έπ. και Γιάννη Κάτρη, ενθ. ανωτέρω, σελίδα 110).
-                       Πέμπτη  περίπτωση: Δικτατορία των Συνταγματαρχών
Δεν είναι λίγοι οι Έλληνες που γνωρίζουν ότι στην Ελλάδα ο ξένος παράγων – Αμερικανοί –, (πρεσβεία, στρατιωτική αποστολή, CIA) είναι ο αποφασιστικός ρυθμιστής της Ελληνικής δημόσιας ζωής. Πολλοί ξένοι μελετητές και ιστορικοί για το πραξικόπημα του 1967, στο ερώτημα πώς μία ομάδα συνωμοτών κατόρθωσε να υποδουλώσει έναν λαό 9 εκατομμυρίων δίνουν συγκλίνουσες απαντήσεις. Επιλέγω την απάντηση του Γάλλου καθηγητή, Ζαν Μεϋνώ, ο οποίος στη μελέτη του «Το Στρατιωτικό πραξικόπημα του Απριλίου 1967», γράφει:
«Στην πραγματικότητα οι συνωμότες δεν προσέκρουσαν σε καμιά αντίσταση των φρουρών του πολιτεύματος, που, προπορευόμενοι τους άνοιγαν τις θύρες. Έτσι εξηγείται πώς μια χούφτα μετρίων τυχοδιωκτών κατόρθωσε, μέσα σε λίγες ώρες, να καταλάβει την κρατική εξουσία».
Ο αξιόλογος όμως καθηγητής, δεν αναφέρεται και στον ξένο παράγοντα, γιατί όπως είναι γνωστό μετά τη δολοφονία του προέδρου Κέννεντυ, ο νέος Πρόεδρος των Η.Π.Α. Τζόνσον αλλάζει προσανατολισμούς για την Ελλάδα και ευνοεί το 1967 την εκτροπή, με στόχο να αποτραπεί νέα εκλογική νίκη της Ένωσης Κέντρου.
Είναι αναμφισβήτητο, ότι η «προστάτιδα» δύναμη, η Αμερικανική πολιτική όχι μόνο δεν αντιτάχθηκε, αλλά ευνόησε την κατάργηση της ανάπηρης Δημοκρατίας στην Ελλάδα το 1967. (Βλέπε Σπύρου Λιναρδάτου: «Από τον εμφύλιο στη χούντα», τόμος Ε΄, σελίδες 443, 444 και 445).
Ο κ. Χρήστος Γιανναράς, αναφερόμενος στην μετά τη μεταπολίτευση εποχή, γράφει στην επιφυλλίδα του τα εξής:
«Η πλειονότητα των σημερινών Ελλήνων (τουλάχιστον όσων ξεπερνούν τα σαράντα χρόνια) έχουν ακόμη ζωντανά στην ακοή τους τα συνθήματα του μεγάλου λαϊκού ξεσηκωμού το 1981: «Η Ελλάδα στους Έλληνες!» φώναζε τότε στις λαοσυνάξεις ο Ανδρέας Παπανδρέου, «Όχι πια υποταγή σε ξένα κέντρα αποφάσεων!», «Θέλουμε περήφανη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική»! Μάλλον δεν υπήρχε τότε Έλληνας ψηφοφόρος ή όχι που να μην αναγνώριζε σε αυτά τα συνθήματα την επιβεβαίωση ιστορικών εμπειριών του.
Ο απροκάλυπτος πολίτης γνώριζε τότε, γνωρίζει και τώρα τα προφανή: Ότι η Ελλάδα έχει ακόμα κάποια, μικρή ή μεγάλη, στρατηγική σημασία. Επομένως είναι αυτονόητο (ίσως και φυσιολογικό για τις διεθνείς αναμετρήσεις ισχύος), κράτη που επιδιώκουν ηγετικό ρόλο στον διεθνή στίβο ή ρόλο περιφερειακής υπερίσχυσης να θέλουν να υποτάξουν και την ελληνική πολιτική στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Φυσικό να προσπαθούν να προσεταιριστούν, να εξαγοράσουν, να εκβιάσουν στην Ελλάδα κυβερνήσεις, κόμματα, πολιτικούς, κρατικά στελέχη, εφημερίδες και κανάλια για να προωθήσουν δικές τους βλέψεις.
Η αποτελεσματικότητα του ενδιαφέροντος του ξένου παράγοντα είναι και συνάρτηση των δικών μας αντιστάσεων. Που αποδεικνύονται κατά κανόνα ανύπαρκτες.
Αν εξαιρέσει κανείς – την επίδειξη πυγμής από τον πρεσβύτερο Καραμανλή με την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ. και το « Όχι» στο Σχέδιο Ανάν του Τάσσου Παπαδόπουλου –, το υπόλοιπο της νεότερης πολιτικής ιστορίας του Ελλαδισμού μάλλον κυριαρχείται από τις συμπλεγματικές συμπεριφορές σπιθαμιαίων αναστημάτων. Οι σπιθαμιαίοι ή φοβούνται τους «ισχυρούς της γης» και τους θρασείς γειτόνους, που θα μας «συντρίψουν» αν διανοηθούμε να αντιταχθούμε στις στρατηγικές τους, ή εκλιπαρούν σαν λακέδες τους ίδιους αυτούς, για να κερδίσουν την εύνοιά τους και να προωθηθούν με τη βοήθειά τους σε θέσεις επιφανείς του ελλαδικού πολιτικού συστήματος. Κανένας όμως ποτέ πολιτικός δεν τεκμηρίωσε τις φοβίες ή τον λακεδισμό του με ορθολογική πολιτική ανάλυση των «συμφορών» που μας αναμένουν αν ασκήσουμε την ανεξαρτησία μας με αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια.
Αυτό πάντως που θα θέλαμε οι πολίτες να μπορούσαμε να εντοπίσουμε σαφέστερα είναι οι μέθοδοι και οι συγκεκριμένες πρακτικές με τις οποίες ο «ξένος παράγων» πετυχαίνει να παρεμβαίνει αποφασιστικά στον πολιτικό μας βίο. Και η επίκαιρη περίπτωση της εκλογής νέου αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης μοιάζει να προσφέρει αποκαλυπτικές ευκαιρίες για έναν τέτοιο εντοπισμό. Το ενδιαφέρον του «ξένου παράγοντα» για την προώθηση συγκεκριμένης υποψηφιότητας πρέπει να συναρτάται με τόσο καίρια συμφέροντά του στην περιοχή, ώστε η έλλειψη ψυχραιμίας να γυμνώνει την παρέμβασή του και από στοιχειώδη προσχήματα. Έχει μία κυρίως δυνατότητα ο «ξένος παράγων» να καθορίσει αυτός το εσωκομματικό εκλογικό αποτέλεσμα: Έχει τον εκφοβισμό. Να πείσει τους αποδεδειγμένα ευπτόητους Ελλαδίτες ότι οι απόψεις των υποψήφιων αρχηγών της Ν. Δ. για την εξωτερική πολιτική ενδιαφέρουν άμεσα εταίρους και συμμάχους – επομένως, «μην παίζετε μαζί μας»!
Κατατίθεται ωμά ότι οι σημαντικές ξένες πρωτεύουσες θεωρούν «ρεαλίστρια» (με διάθεση συμβιβασμού) την κ. Θεοδώρα Μητσοτάκη και «εθνικιστή» τον κ. Αντώνη Σαμαρά. Και υπογραμμίζεται πως, αν από τους χαρακτηρισμούς αυτούς κάποιος συμπεράνει ότι εταίροι και σύμμαχοι θα προτιμούσαν τη «ρεαλίστρια», δεν θα έχει άδικο. Ο «ρεαλισμός και η αναζήτηση λειτουργικών λύσεων μέσω συμβιβασμών» καθιστούν την υποψηφία «ελκυστική» στον ξένο παράγοντα. Ενώ «ο πατριωτικά φορτισμένος λόγος του υποψηφίου» ενοχλεί εταίρους και συμμάχους.
Ποτέ ως τώρα δεν λέχθηκαν τα πράγματα καθαρότερα. Οι λέξεις «εθνικιστής», «ρεαλισμός μέσω συμβιβασμών», η απερίφραστη και κυνική, δίχως προσχήματα «προτίμηση εταίρων και συμμάχων» για τη Θεοδώρα Μητσοτάκη, ο εκνευρισμός τους για τον «πατριωτικά φορτισμένο λόγο, ιδιαίτερα στο παρελθόν» (!) του Σαμαρά, φωτίζουν αποκαλυπτικά τον ρόλο που θέλει να διαδραματίζει ο ξένος παράγων στην Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση. «Εταίροι και σύμμαχοι», υπέρμαχοι στα λόγια της δημοκρατίας και των ελευθεριών, απαιτούν να χειρίζονται την Ελλάδα σαν προτεκτοράτο.
Είναι περισσότερο από φανερό: Θέλουν επειγόντως «λύσεις» στο Κυπριακό, στο Σκοπιανό, στη διανομή του Αιγαίου, στο μειονοτικό της Θράκης. Ίσως πιστεύουν ότι εξασφάλισαν δικό τους τον πρωθυπουργό και τον αναπληρωτή του στο υπουργείο Εξωτερικών – και τους δύο «με διάθεση λειτουργικών συμβιβασμών». Δεν θα ανεχθούν έναν «εθνικιστή» αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να τους χαλάσει τη μαγιονέζα.
Για πρώτη φορά, το αποχαυνωμένο, είκοσι χρόνια τώρα, άσκεπτο και δίχως κριτικά αντανακλαστικά ποιμνιοστάσιο των οπαδών της Ν. Δ. δέχεται τόσο ισχυρή πρόκληση πολιτικής αφύπνισης. Θα καταλάβουν, τουλάχιστον τώρα, ότι η επιλογή κόμματος διαφέρει από την προτίμηση ποδοσφαιρικής ομάδας και η επιλογή κομματικού αρχηγού έχει συνέπειες για τη ζωή τους και τη ζωή των παιδιών τους;
Το όνομα του Έλληνα στον διεθνή στίβο θα απηχεί αξιοπρέπεια και υψηλή καλλιέργεια ή θα παραπέμπει σε «προοδευτικό» ραγιαδισμό εξαργυρωμένης με υποτέλεια πλασματικής ευζωΐας;».

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Λογική κατάληξη των όσων πιο πάνω διαφωτιστικά αναφέρθηκαν, παραμένει το γεγονός ότι στις προθέσεις του ξένου παράγοντα είναι η παρέμβασή του στα εξωτερικά μας προβλήματα και σήμερα λόγω της οικονομικής μας κατρακύλας και στα εσωτερικά. Και το ζήτημα που τίθεται είναι εάν και κατά πόσον οι πολιτικοί μας θα ενδίδουν στις αξιώσεις και τις πιέσεις τους ή όχι.
Πάντως για τη μοίρα κάθε λαού έχει τεράστια σημασία πώς, γιατί και από ποια κέντρα προωθούνται οι πολιτικοί άνδρες στην εξουσία. Λαοπρόβλητοι ηγέτες σπάνια αναδείχτηκαν στην ιστορία. Και σπανιώτατα ήσαν εκείνοι που δεν υπετάγησαν σε ξένα κέντρα αποφάσεων. Όσοι έμειναν, μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Και αυτοί ήσαν αγνοί πατριώτες και έντιμοι πολίτες που δεν σκέφτηκαν ποτέ να «επαγγελματοποιήσουν» ούτε την πολιτική, ούτε το κόμμα, ούτε την ιδιότητα του βουλευτή. Απλά αγαπούσαν μέχρι θανάτου την Ελλάδα.