Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

ΓΡΑΜΜΟΣ ΚΑΙ ΒΙΤΣΙ - Μια τρίτη εθνική θεώρηση του θέματος - Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1946-1949

Εμφύλιος είναι ο πόλεμος που διεξάγεται μεταξύ ομοφύλων, δηλαδή μεταξύ προσώπων της ίδιας Φυλής του ιδίου Έθνους.
Η περίοδος 1946-1949 κατά την οποία διεξήχθη ο Εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων (Εθνικός Στρατός) και των Κομμουνιστικών ανταρτικών ομάδων (Δημοκρατικός Στρατός), άφησε πολλές πληγές που ταλαιπώρησαν επί πολλές δεκαετίες την Ελλάδα. Η κοινωνικοπολιτική διάσταση μεταξύ κομμουνιστών-Αριστερών και μη κομμουνιστών (ακροδεξιών, δεξιών, φιλελευθέρων κ.ά.), ο ξένος παράγων – δάκτυλος (Αγγλικός), ο συρφετός των δοσίλογων που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές στην περίοδο της Κατοχής, οι διώξεις των αντιστασιακών κ.ά. κατέληξαν σε μία εθνοκτόνο πολεμική αναμέτρηση, σε έναν Εμφύλιο πόλεμο Ελλήνων εναντίον Ελλήνων, που διήρκεσε από το 1946 έως το 1949, αλλά που οι συνέπειές του (διώξεις εναντίον των Κομμουνιστών και Αγωνιστών της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, από τους «Εθνικόφρονες», πατριδοκάπηλους – δοσίλογους –, εξορίες, φυλακίσεις, εκτελεστικά αποσπάσματα, αποκλεισμοί από διορισμό στο Δημόσιο, Δήμους κλπ) ταλαιπώρησαν τη χώρα για πολλά χρόνια μετά.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, η λέξη που χρησιμοποιούσαν οι αντικομμουνιστές και ο εσμός των δοσίλογων για να χαρακτηρίσουν τους ηττημένους ήταν οι λέξεις συμμορίτες, ΕΑΜοβούλγαροι, ΕΑΜοσλάβοι κλπ, τον δε πόλεμο εναντίον τους τον ονόμασαν Συμμοριτοπόλεμο.  
Για πολλά χρόνια αυτές ήταν οι λέξεις που χρησιμοποιούσε μία μειοψηφία, όπως την περιγράφω πιο πάνω.
Μόλις τα τελευταία 30 χρόνια μετά τη νομιμοποίηση του Κ.Κ.Ε. από τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή και 45 χρόνια με τον νόμο 1863/1989), που ψήφισε η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη, ο οποίος έθεσε τέρμα στον Εμφύλιο πόλεμο, η πολιτικοκοινωνική σύγκρουση των Ελλήνων μεταξύ τους, ονομάστηκε έτσι, όπως πραγματικά ήταν. Ένας αδελφοκτόνος ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, Ελλήνων εναντίον Ελλήνων. Συχνά μάλιστα σήμερα, για να γίνει διάκριση του μεταπολεμικού Ελληνικού Εμφυλίου πολέμου από άλλους (είτε από παλαιότερους Ελληνικούς, είτε από ξένους εμφυλίους πολέμους), δηλώνεται στον γραπτό λόγο ως Εμφύλιος, με Ε κεφαλαίο.
Λίγο καιρό μετά την απελευθέρωση η Ελληνική κοινωνία βρέθηκε στη δίνη ενός Εμφυλίου σπαραγμού, ενός αιματηρού μεταξύ Ελλήνων πολέμου το μέγεθος του οποίου μπορεί να γίνει αντιληπτό μέσα από τις τραγικές επιπτώσεις του: περίπου 40.000 στρατιώτες και αντάρτες έχασαν τη ζωή τους, περισσότεροι από 70.000 παιδιά και πρώην αντάρτες μετατράπηκαν σε πολιτικούς πρόσφυγες στις σοσιαλιστικές χώρες της Α. Ευρώπης και της Ευρασίας, 700.000 αγρότες υποχρεώθηκαν από τον Εθνικό Στρατό να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, δεκάδες χιλιάδες Αριστεροί εξορίστηκαν ή φυλακίστηκαν και 3.500 πολιτικοί κρατούμενοι εκτελέστηκαν έπειτα από αποφάσεις εκτάκτων στρατοδικείων. Και ταυτόχρονα, καταστροφές χωριών, λεηλασίες, βιασμοί, βίαιη στρατολογία ανταρτών, ίδρυση στρατοπέδων μαζικού εγκλεισμού όπως της Μακρονήσου. Η ελληνική κοινωνία και τα αμέσως προηγούμενα χρόνια, στη διάρκεια της Κατοχής, είχε βιώσει τα δεινά του πολέμου (πείνα, εμφύλιες συγκρούσεις, γερμανικά αντίποινα), αλλά την οδύνη είχε επικαλύψει η χαρά της απελευθέρωσης της χώρας. Όταν τελείωσε ο εμφύλιος πόλεμος, τον Αύγουστο του 1949, ο πληθυσμός δεν βγήκε στους δρόμους να πανηγυρίσει ή να γιορτάσει όπως τον Οκτώβριο του 1944. Ούτε τα επόμενα χρόνια. Ο εμφύλιος πόλεμος έγινε μια μαύρη τρύπα στη μνήμη της ελληνικής κοινωνίας, ένα συλλογικό τραύμα που δεν μπόρεσε να μετατραπεί σε ιστορική μνήμη.
Λίγα χρόνια μετά τη λήξη του, ο Εμφύλιος είχε εκλείψει από τον λόγο των δύο πρωταγωνιστών του. Το ενδιαφέρον είναι ότι για τον Εμφύλιο σιωπούσαν όχι μόνο οι ηττημένοι αλλά και, κάτι το οποίο δεν είναι διόλου αυτονόητο, οι νικητές. Ενώ θα περίμενε κανείς ότι οι νικηφόρες μάχες θα μετασχηματίζονταν σε μνημονικούς τόπους και θα συγκροτούσαν την επίσημη μνήμη του Εμφυλίου κάτι τέτοιο δεν συνέβη, τουλάχιστον στον βαθμό που έγινε σε άλλες χώρες που γνώρισαν ανάλογα αιματηρούς εμφυλίους πολέμους. Ανεγέρθηκαν ηρώα στις πλατείες των χωριών και των επαρχιακών πόλεων, ηρώο στον Γράμμο, αλλά δεν υπήρξε μνημείο μεγαλεπήβολο, αντίστοιχο με αυτό της «Κοιλάδας των Πεσόντων» της μετεμφυλιακής Ισπανίας. Οι επετειακές τελετές για τη νίκη στον Γράμμο και το Βίτσι γρήγορα υποβαθμίστηκαν και η 29η Αυγούστου δεν έγινε εθνική εορτή, παρά μόνο στα χρόνια της απριλιανής δικτατορίας. Το ίδιο σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, αλλά για άλλους λόγους, ισχύει για τους ηττημένους. Μετά τη συντριπτική στρατιωτική ήττα και με το πλέγμα των απαγορεύσεων και περιορισμών που θεσμοθετήθηκε, η Αριστερά δεν μπορούσε να μιλήσει για τον Εμφύλιο. Η λογοκρισία και η αυτολογοκρισία επέβαλαν στην Αριστερά τη σιωπή για τον Εμφύλιο.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η μετεμφυλιακή Αριστερά υπό την σώφρονα και μετριοπαθή Ε.Δ.Α., υιοθέτησε το σύνθημα της «λήθης» του Εμφυλίου, ως αναγκαία προϋπόθεση για την κατάργηση των πολιτικών διακρίσεων και διώξεων, αλλά και τη θεμελίωση της δημοκρατίας. Στην ίδια κατεύθυνση της «λήθης» των γεγονότων της δεκαετίας του 1940, παρά τις όποιες αντιφάσεις ή περιοδικές εξάρσεις, κινήθηκε και ο επίσημος λόγος των ανοιχτόμυαλων δεξιών την περίοδο 1950-1967. Ο έλεγχος της πολιτικής εξουσίας επέτρεψε στη Δεξιά να μετατρέψει τον αντικομμουνισμό σε κρατική ιδεολογία (π.χ. η επίσημη καθιέρωση του όρου «συμμοριτοπόλεμος» για τον Εμφύλιο). Ωστόσο, ο αντικομμουνισμός δεν αναφερόταν τόσο στο παρελθόν και τη δράση του Δημοκρατικού Στρατού, αλλά στην πολιτική απειλή που συνιστούσε ο κομμουνισμός μεταπολεμικά για την Ελλάδα στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, ενώ οι αναφορές στη δεκαετία του 1940 σχετίζονταν με τα Δεκεμβριανά παρά με την περίοδο 1946-1949. Η επίσημη σιωπή για τον Εμφύλιο οφείλεται στο ότι είναι ένα βαθύτατα διαιρετικό γεγονός. Η επίκληση του Εμφυλίου ανακαλούσε τραυματικές μνήμες, δημιουργούσε αποκλεισμούς, υπονόμευε την ενότητα του «Έθνους» (ή του «λαού»), τα οποία τα κόμματα τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς ήθελαν να αποφύγουν.
Ο Γράμμος και το Βίτσι, οι δύο αιματοβαμμένοι ορεινοί όγκοι, όπου δόθηκαν οι περισσότερες αιματηρές μάχες, έπρεπε να αναδειχθούν σε χώρο ιστορικής μνήμης, για να υπενθυμίζουν, να είναι παράδειγμα προς αποφυγή στις επερχόμενες γενεές Ελλήνων το μεγάλο έγκλημα της αλληλο-εξόντωσης των Ελλήνων μεταξύ τους προς χάρη ξένων συμφερόντων, από πολιτικά κόμματα όργανά τους, με σκοπό την με κάθε τρόπο εδραίωση στον τόπο κατανομής εξουσίας.
Τι τραγική ειρωνεία σήμερα μισό αιώνα μετά, πόσο έχουν αντιστραφεί οι όροι και οι σφαίρες επιρροής. Τα τότε γεγονότα πόσο μοιάζουν ίσως με τα σημερινά γεωπολιτικά παιχνίδια σε βάρος της Ελλάδας του Αιγαίου, της Θράκης και της Μακεδονίας μας; Σήμερα σχεδόν μισό αιώνα μετά αντικρίζοντας εκείνο το ηρώο στον Γράμμο και το λιτό μνημείο στο Βίτσι και ένα μισοχτισμένο εξωκλήσι συναισθανόμαστε πόσα τραγικά σφάλματα και φρικαλεότητες διαπράχθηκαν.
Πρέπει όμως οι σημερινοί Έλληνες πολιτικοί και πολίτες να ομολογήσουν όχι την μισή ιστορική αλήθεια, αλλά ολόκληρη όπως επιτάσσει η ιστορία. Το Βίτσι και ο Γράμμος είναι ιστορικοί χώροι τιμής και μνήμης διότι εκεί Έλληνες των δύο αντιμαχόμενων παρατάξεων στην καλύτερη ηλικία τους πολέμησαν, θυσιάστηκαν. Δεν είναι χώροι εκτόνωσης και εξωτερίκευσης απωθημένων, όταν αναμοχλεύονται εμφυλιοπολεμικά πάθη και μίση. Ούτε χώροι για εκφράσεις συναισθημάτων οργής, μίσους, ύβρεων. Είναι, ή πρέπει να είναι χώροι ενότητας, προς τέλεση εκκλησιαστικών επιμνημόσυνων δεήσεων στη μνήμη όλων των νεκρών του Γράμμου και Βίτσι. Τελετών, όπως τα ορίζουν τα δελτία Τύπου των Συλλόγων Αποστράτων Αξιωματικών. Αναγκαία χάριν της Εθνικής Ενότητας και Ομοψυχίας η λήθη των Ελλήνων και από τις δύο πλευρές για αυτούς τους ιστορικούς τόπους.
Τελειώνοντας αυτό το άρθρο, θα ήθελα να προσθέσω δύο τινά. Πρώτον, ότι είμαι υπέρ της τέλεσης επιμνημόσυνων δεήσεων στον Γράμμο και Βίτσι για τους Αξιωματικούς και οπλίτες του Εθνικού Στρατού που έπεσαν σε έναν αιματηρό αδελφοκτόνο πόλεμο. Είμαι κατά των εκδηλώσεων εκείνων που εξέρχονται του Εθνικού δρόμου, εκδηλώσεων διχαστικών, που διαταράσσουν την ψυχική ειρήνη, την Εθνική Ενότητα και Ομοψυχία, βλαπτικές για το Έθνος, τη χώρα τον Νομό της Καστοριάς και τις οποίες έχει αποδοκιμάσει ο πολιτικός κόσμος της Ελλάδας και το 99% του Ελληνικού λαού.
Δεύτερον απευθυνόμενος σε μερικούς πατριδοκάπηλους, φοροφυγάδες, λαθρέμπορους και για μερικούς ανεγκέφαλους Καστοριανούς    – όχι στους τιμημένους απόστρατους Αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και τους απλούς ανθρώπους του λαού –, όπως στον καταδότη της Απριλιανής Χούντας Νομαρχιακό Σύμβουλο Καστοριάς και τον άλλο Νομαρχιακό Σύμβουλο, που ρυπαίνουν ποικιλοτρόπως το κόμμα της Ν.Δ., και μερικούς άλλους που στεγάζονται πολιτικά στη Νέα Δημοκρατία για λόγους ιδιοτέλειας, ότι εδώ και δεκαετίες ο Γράμμος και το Βίτσι έχουν ανεπίσημα και επίσημα χαρακτηριστεί ως γιορτές μίσους, από όλες τις πολιτικές παρατάξεις, πλην του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού του κ. Καρατζαφέρη.    

Χάριν πληρέστερης ενημέρωσης των αναγνωστών μου για τον «Εμφύλιο Πόλεμο 1946-1949», τον εμφύλιο και αιματοβαμμένο σπαραγμό που επισώρευσε στην Ελλάδα και τον λαό της μόνον δεινά, θεώρησα ότι επιβάλλεται να δημοσιεύσω εκ νέου δύο κείμενά μου, που έχω ήδη δημοσιεύσει σε εφημερίδα της Καστοριάς και τα οποία έχουν άμεση σχέση με τις «Γιορτές του Γράμμου και του Βίτσι».       

Δεν υπάρχουν σχόλια: