Σάββατο 10 Μαρτίου 2012

ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ


ΜΟΝΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΠΑ.ΣΟ.Κ

Πολλοί φίλοι και αναγνώστες ζήτησαν τη γνώμη μου για τη γρήγορη και απότομη πολιτική και κοινωνική άνοδο του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ). Μια πορεία εκρηκτική και στη συνέχεια κατάκτηση της εξουσίας. Από αντιπολίτευση με ένα 13% του εκλογικού σώματος στις εκλογές του Νοεμβρίου 1974, εκτινάχθηκε στην εξουσία με ένα 48% του εκλογικού σώματος στις εκλογές του Οκτωβρίου του 1981. Μια πορεία εκρηκτική, πρωτοφανής στη δυναμική της. Μέσα σε επτά χρόνια, ένα νεοσύστατο κόμμα ή κίνημα εκτινάσσεται στην κορυφή της εξουσίας.
Κατόπιν ενδελεχούς και συστηματικής έρευνας και μελέτης αυτού του όντως ενδιαφέροντος πολιτικού και κοινωνικού φαινομένου, κατέληξα στο παρακάτω συμπέρασμα:
Η
ΡΑΓΔΑΙΑ άνοδος της επιρροής του ΠΑ.ΣΟ.Κ στις λαϊκές μάζες και σ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα, από την εργατική τάξη, τους αγρότες, ως και αυτήν ακόμα την αστική και μεγαλοαστική τάξη, είναι ένα φαινόμενο που απασχόλησε τις πολιτικές ηγεσίες και τους πολιτικούς παρατηρητές, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σ’ όλες τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Και ίσως πιο πολύ από όλους, αυτό το «φαινόμενο ΠΑ.ΣΟ.Κ» απασχόλησε για πολλά χρόνια τις ηγεσίες των σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων της Δυτικής Ευρώπης.

Σ

ε μια διάσκεψη των ηγετών των σοσιαλιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων των χωρών της Δυτικής Ευρώπης που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι το 1980, ορισμένοι από τους σοσιαλιστές ηγέτες αναζήτησαν, στο περιθώριο των επίσημων συζητήσεων, να πληροφορηθούν τους λόγους που οδήγησαν, σ’ ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα, ένα «κίνημα διαμαρτυρίας» στη θέση του διεκδικητή της εξουσίας.
Τ
ο φαινόμενο είναι πραγματικά εκπληκτικό για την πολιτική ιστορία της χώρας μας και την ιστορική πορεία του ελληνικού εργατικού κινήματος, όπου οι σοσιαλιστικές ιδέες από τα πρώτα τους βήματα στην Ελλάδα ως αξιόλογη πολιτική κίνηση, δεν μπόρεσαν να εκφραστούν έξω από το κομμουνιστικό κόμμα. Είναι γνωστός σ’ όλους ο αφορισμός της κομμουνιστικής ηγεσίας, ως πρόσφατα ακόμα, ότι στην Ελλάδα δεν μπορεί να αναπτυχθεί σοσιαλιστικό κίνημα και να ριζώσει μαζικό σοσιαλιστικό κόμμα έξω από το ΚΚΕ. Και πραγματικά η εκτίμηση αυτή επιβεβαιωνόταν απόλυτα ως την εμφάνιση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Ό
λες οι προσπάθειες που έγιναν, ειλικρινείς και αυθόρμητες, για τη δημιουργία σοσιαλιστικού κόμματος, ή και δόλιες δημαγωγικές για τον περιορισμό του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, απέτυχαν. Ήταν και αποδείχτηκαν θνησιγενείς. Το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα με εκφραστή του το ΚΚΕ ή την ΕΔΑ στα χρόνια της παρανομίας του, εξέφραζε μονοπωλιακά και αδιαμφισβήτητα τις σοσιαλιστικές ιδέες και το σοσιαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα.
Μ
ετά την πτώση της χούντας και την δημιουργία του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος το σκηνικό άλλαξε ριζικά. Μέσα στα τρία χρόνια 1974-1977 το ΠΑ.ΣΟ.Κ περιόρισε την κομμουνιστική Αριστερά στο 13% του εκλογικού σώματος, έγινε αξιωματική αντιπολίτευση, και στη συνέχεια διεκδίκησε την λαϊκή κυριαρχία και έγινε κυβέρνηση. Είναι μια εκπληκτική πορεία και αξίζει να αναζητηθούν οι λόγοι, που την προκάλεσαν.
Ε
ίναι κατά την γνώμη μου λάθος η αναφορά και η τοποθέτηση της ανόδου του ΠΑ.ΣΟ.Κ ως αφετηρία το 1974. Οι ρίζες του και η δυναμική του πρέπει να αναζητηθούν στην προδικτατορική περίοδο, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου διαπιστώνει με προσωπικές παρατηρήσεις τη γοργή ανάπτυξη του αριστερού και δημοκρατικού κινήματος στην Ελλάδα. Τότε συνέλαβε την ιδέα για κοινωνική αναγκαιότητα για μια ριζοσπαστική εθνική και δημοκρατική πορεία στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, που αρνιόταν να ακολουθήσει η Ένωση Κέντρου, του Γεωργίου Παπανδρέου.
Τ
ις απαιτήσεις αυτές της ελληνικής κοινωνίας είχε συλλάβει, βέβαια, πολύ πιο πριν το ΚΚΕ και τις είχε εκφράσει στο πρόγραμμα της Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής της ΕΔΑ. Αλλά αυτό το πρόγραμμα της κομμουνιστικής Αριστεράς, τότε, συνδεόταν άρρηκτα με τα αρχικά Λενινιστικά πρότυπα της επαναστατικής σύγκρουσης της Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής με το αστικό καθεστώς και το μετασχηματισμό της σε σοσιαλιστική αλλαγή του τύπου των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών. Γι’ αυτό και το πρόγραμμα της Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής του ΚΚΕ και της ΕΔΑ δεν κέρδισε τις ευρύτερες λαϊκές μάζες.
Δ
ιαφορετικά ηχούσε, όμως, στο λαό η πολιτική, τότε, του Ανδρέα Παπανδρέου. Σε μια περίοδο που το δημοκρατικό κίνημα βρισκόταν σε άνοδο, ο Α. Παπανδρέου συνέλαβε και εξέφρασε την εθνική προοπτική των οικονομικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που θα οδηγούσαν την χώρα από την υποτιθέμενη υποανάπτυξη και εξάρτηση στο δρόμο του εκσυγχρονισμού της. Άνοιξε μέτωπο κατά του αστικού κατεστημένου, που κατά την γνώμη του κρατούσε την χώρα στη συντήρηση και στην υποανάπτυξη, ως ανίκανο να υιοθετήσει τις διαρθρωτικές αλλαγές, στη δομή της ελληνικής κοινωνίας, που επιβάλλει η τεχνολογική επανάσταση της εποχής μας. Έτσι η πολιτική σύλληψη και το πρόγραμμα των αλλαγών που διακήρυσσε τότε ο Α. Παπανδρέου κάλυπτε και την επαναστατική νοοτροπία της νέας γενιάς και τις ανησυχίες των παλαιοτέρων, που έζησαν τις ταλαιπωρίες και τις συμφορές του εμφυλίου πολέμου.
Γ
ι’ αυτό επηρέασε και απέσπασε τις περισσότερες δυνάμεις από την ΕΑΜική και από την κομμουνιστική αριστερά. Εκεί, λοιπόν, πρέπει να αναζητηθεί η αφετηρία της δυναμικής πορείας του κινήματος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Η πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου άνοιγε ένα δρόμο για αλλαγή φρουράς, ρήξη με τη δεξιά παράταξη, απαλλαγή από την εξουσία της Δεξιάς. Υποσχόταν μια αλλαγή επιθυμητή από τα ευρύτερα στρώματα του λαού και εφικτή με πολιτικά ειρηνικά μέσα.
Μ
ετά την πτώση της χούντας, ο Ανδρέας Παπανδρέου επιχειρεί και δεύτερη τολμηρή πολιτική σύλληψη. Δίνει στο κίνημά του και στο πρόγραμμά του το χαρακτήρα της σοσιαλιστικής αλλαγής. Δεν μπορεί να ξέρει κανείς πότε ωρίμασε στη σκέψη του Ανδρέα Παπανδρέου η αναγκαιότητα για σοσιαλιστικές αλλαγές στην ελληνική κοινωνία και η απόφασή του να ονομάσει το κίνημά του σοσιαλιστικό. Βέβαιο, όμως, είναι ότι η στιγμή που επέλεξε για το σοσιαλιστικό άνοιγμα της πολιτικής του, ήταν η πιο κατάλληλη για να διαψευσθεί η μακάρια βεβαιότητα του ΚΚΕ ότι δεν ριζώνει στην Ελλάδα σοσιαλιστικό κόμμα έξω από την κομμουνιστική Αριστερά.
Η
 διάσπαση του κομμουνιστικού κινήματος και η αμφισβήτηση μέσα από τους ίδιους κόλπους των κομμουνιστικών κομμάτων της Λενινιστικής επαναστατικής στρατηγικής και του σοσιαλιστικού μοντέλου του εφαρμοσμένου στις ανατολικές χώρες σοσιαλισμού, «απελευθέρωσε» τις σοσιαλιστικές ιδέες από το μονοπώλιο των κομμουνιστικών κομμάτων. Έτσι ο «σοσιαλισμός με δημοκρατία» ή «ο δημοκρατικός σοσιαλισμός» με πολυκομματισμό, που ως χτες εμφανιζόταν και μάλιστα πειστικά για την κομμουνιστική Αριστερά, ως η «εφεδρική δύναμη» του αστικού κατεστημένου, άρχισε να εισχωρεί στις εργαζόμενες μάζες. Και παράλληλα, άρχισε να γίνεται προσιτός και ακόμα επιθυμητός στα ευρύτερα στρώματα των εργαζομένων και των μικροαστών. Άρχισε να κερδίζει τις αριστερές δυνάμεις και να διαφοροποιεί τις συντηρητικές και τις δεξιές. Γι’ αυτό και ρίζωσε.
Ε
ίναι χαρακτηριστικό και αποτελεί μοιραίο λάθος ότι η μεν κομμουνιστική Αριστερά δεν αμφισβήτησε το σοσιαλιστικό χαρακτήρα του ΠΑ.ΣΟ.Κ, η δε Δεξιά ή Φιλελεύθερη παράταξη δεν κατάφερε να το εκθέσει στην κοινή γνώμη και στις συντηρητικές λαϊκές μάζες, ως ένα Σοσιαλιστικό Κίνημα ανεδαφικό για την Ελλάδα, που δεν μιμείται με επιτυχία τα Σκανδιναβικά πρότυπα, αλλά με τα τριτοκοσμικά κινήματα. Έτσι, το ΠΑ.ΣΟ.Κ., από το ξεκίνημά του ως «σοσιαλιστικό κίνημα», άρχισε να εδραιώνεται στη συνείδηση των αριστερών ότι δεν είναι «η εφεδρεία της αστικής τάξης» και στη συνείδηση των συντηρητικών, ότι δεν φέρνει την «επαναστατική θύελλα του εμφυλίου πολέμου».
Έ
νας ακόμα λόγος, ίσως ο πιο σημαντικός, αλλά οπωσδήποτε αποκλειστικά συνδεμένος με τις ιδιόμορφες πολιτικές συνθήκες της Ελλάδας, που εξηγεί το μεταδικτατορικό φούντωμα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., είναι η προοπτική που προσφέρει για μια άλλη πρωτόγνωρη αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής κοινωνίας. Στην ελληνική πολιτική ζωή καλώς ή κακώς βάραινε ασφυκτικά η πολύχρονη εξουσία μιας πολιτικής παράταξης με όλες τις συνέπειες στην εθνική, οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας.
Ο
 πόθος της αλλαγής ήταν διάχυτος από το 1950 με την εμφάνιση του κινήματος της ΕΠΕΚ του στρατηγού Πλαστήρα. Ο ίδιος πόθος, προκάλεσε και εκείνη την έκρηξη του «ανένδοτου αγώνα» των Γεωργίου Παπανδρέου, Κων/νου Μητσοτάκη και άλλων, μετά το 1961.
Η
 ίδια επιθυμία για «αντιδεξιά αλλαγή» κινητοποίησε, μετά το 1980, τις ευρύτερες λαϊκές μάζες. Στα χρόνια της εξουσίας της ΕΡΕ, η αντιδεξιά συσπείρωση των λαϊκών δυνάμεων έγινε στην Ένωση Κέντρου, γιατί αυτή έδινε την εφικτή προοπτική της νίκης. Μετά τη δικτατορία, όμως, η συσπείρωση αυτή δεν μπορούσε να γίνει σ’ ένα κόμμα του Κέντρου.
Ο
ι αναμφισβήτητες και απόλυτες δημοκρατικές συνθήκες που επικρατήσανε στην πολιτική ζωή της Ελλάδας μετά τη μεταπολίτευση, με Πρωθυπουργό τον Εθνάρχη Κωνσταντίνο Καραμανλή, αφύπνισαν τις λαϊκές απαιτήσεις για ριζικότερη κοινωνική αλλαγή, που δεκαετίες ολόκληρες είχαν υποχωρήσει και «ναρκωθεί» από την πρωταρχική απαίτηση να απαλλαγεί η χώρα από την πολιτική εξουσία της Δεξιάς. Αυτή την αλλαγή δεν μπορούσε να την εκφράσει το παραδοσιακό κόμμα του Κέντρου.
Κ
αι η αντιδεξιά συσπείρωση έγινε στο ΠΑ.ΣΟ.Κ., που υπόσχεται και την απαλλαγή της πολιτικής ζωής από την πολύχρονη εξουσία της Δεξιάς και μια ριζοσπαστική αλλαγή στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Εξέφρασε τις αφυπνισμένες τώρα απαιτήσεις των λαϊκών μαζών και της ελληνικής κοινωνίας.
Σ
την αντιδεξιά συσπείρωση των λαϊκών δυνάμεων στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. βοήθησε αντικειμενικά και η πολιτική που ακολούθησαν, τόσο τα κόμματα του Κέντρου, όσο και τα δύο κομμουνιστικά κόμματα και η ΕΔΑ στη μεταδικτατορική περίοδο. Εμφάνιζαν ως κύριο και πρωταρχικό πρόβλημα της μεταδικτατορικής ελληνικής κοινωνίας την απαλλαγή της χώρας από την πολιτική εξουσία της Δεξιάς, όπως και την εποχή του καθεστώτος της ΕΡΕ. Δεν εκτίμησαν ότι οι απόλυτες πολιτικές δημοκρατικές συνθήκες που καθιέρωσε νομοθετικά ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής με Πρωθυπουργό τον ίδιο, έφεραν σε πρώτο πλάνο τις αφυπνισμένες λαϊκές απαιτήσεις για γενικότερη κοινωνική αλλαγή. Έμειναν στον αντικαραμανλισμό του 1961, αντί να προχωρήσουν στο σοσιαλισμό του 1974.
Μ
ε την πολιτική αυτή «έστελναν» στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και τις δυνάμεις εκείνες που περιόριζαν τις απαιτήσεις τους στην απομάκρυνση της Δεξιάς από την εξουσία και τις άλλες, τις ευρύτερες, που φλέγονταν από τα αιτήματα της ριζικότερης αλλαγής και εξέφρασε στις διακηρύξεις του ο πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Η
 μόνη, σχεδόν, απόκλιση της κομμουνιστικής Αριστεράς από την πολιτική της του 1961, ήταν η ένστασή της, ότι η αλλαγή που υπόσχεται ο κ. Ανδρέας Παπανδρέου δεν μπορεί να γίνει και να διασφαλιστεί χωρίς τη συνεργασία μαζί της. Αλλά η ένσταση αυτή ήταν ανίσχυρη να ανακόψει τη συσπείρωση των αριστερών δυνάμεων στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Αντίθετα, μάλιστα, διευκόλυνε αυτή τη συσπείρωση γιατί αποτελούσε έμμεση ομολογία και «έγκριση» του προγράμματος αλλαγής του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Θ
α μπορούσε να αναφέρει κανείς και άλλους λόγους γι’ αυτή την εκρηκτική ανάπτυξη του ΠΑ.ΣΟ.Κ., για τη διεύρυνση της εκλογικής του βάσης στη μεγαλοαστική τάξη, στα συνδικάτα, στο χώρο που σχετίζεται με την ανώτατη και μέση εκπαίδευση, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και σε όλο το φάσμα των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι το φαινόμενο ΠΑ.ΣΟ.Κ. οφείλεται συν τοις άλλοις – μετά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή –, στην ατολμία της Φιλελεύθερης παράταξης και των διαδόχων του να έρθουν σε ρήξη και σύγκρουση με κατεστημένα άτυπα ή παράτυπα συμφέροντα που υπονομεύουν τις κρατικές δραστηριότητες, να προχωρήσουν σε διαρθρωτικές αλλαγές που αγγίζουν τη δομή και τη λειτουργία της πολιτείας και τέλος, να μεταβάλλουν τον ρυθμό και τον τρόπο λειτουργίας της οργάνωσης του Κράτους, ενός Κράτους με παρεμβατικό χαρακτήρα, γραφειοκρατικό, αντικοινωνικό, υπερβολικά σπάταλο, ασπόνδυλο, αναρχοκρατούμενο, παρακμής και διεφθαρμένο, που εμποδίζει κάθε προσπάθεια για ανάπτυξη και πρόοδο. Και στην αποτυχία της κομμουνιστικής Αριστεράς να συλλάβει και να εκφράσει στην πολιτική της τις απαιτήσεις της σημερινής ελληνικής κοινωνίας. Αυτό το πέτυχε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ιδρύοντας το ΠΑ.ΣΟ.Κ.![1]




[1] Κυρία πηγή άντλησης στοιχείων του συγκεκριμένου θέματος, είναι το βιβλίο του δημοσιογράφου και ιστορικού της Αριστεράς Πότη Παρασκευόπουλου με τον τίτλο: Η ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 1974-1986.

Δεν υπάρχουν σχόλια: